Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2009

Οι Αρχαίοι ημών φιλόσοφοι: Τι δίδασκαν ;





ΟΜΗΡΟΣ ... αφηγείται τη δράση βασιλιάδων και ηρώων, παραδίδοντας γιγαντιαία νοήματα αρίστου τε και κραταιού βίου !
ΗΣΙΟΔΟΣ ... γράφει για γεωργούς και βοσκούς.Περιγράφει τη Θεογονία και τη δημιουργία του Κόσμου. Οι περιγραφές του (Τιτανομαχία, Γιγαντομαχία κλπ) κρύβουν πολλούς συμβολισμούς σχετικά με τη δημιουργία του κόσμου και τις γεωλογικές ανακατατάξεις που ακολούθησαν
ΙΩΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΘΑΛΗΣ ο Μηλίσιος ... αναζητούσε την προέλευση και την ουσία του κόσμου. Πίστευε πως η ύλη δημιούργησε τη γη, αέρα, φωτιά και έτσι σχηματίσθηκε ο κόσμος. Κάτι αντίστοιχο με την θεωρία της "μεγάλης έκρηξης" !
ΑΝΑΞΙΜΑΝΔΡΟΣ ... μαθητής του Θαλή. Πίστευε πως τα πράγματα γεννήθηκαν από το άπειρο και πως όταν καταστραφεί κάτι, ξαναγυρνά σ' εκείνο απ' το οποίο προήλθε. Έτσι ο κόσμος παραμένει αναλλοίωτος και υπάρχουν στο Διάστημα άπειροι κόσμοι που διαδέχονται ο ένας τον άλλον. Εκατοντάδες χρόνια πρν το Λαβουαζιέ και την θεωρία της "αφθαρσίας της ύλης" !
ΑΝΑΞΙΜΕΝΗΣ ... μαθητής του Αναξιμάνδρου. Συμφωνεί με το δάσκαλό του για τη θέση της γης στο Διάστημα. Επιπλέον πιστεύει πως η γη είναι απεριόριστη, επίπεδη και αιωρείται στο διάστημα, όπως και τα άλλα άστρα. Προσέξτε! "και αιωρείται στο διάστημα, όπως και τα άλλα άστρα"
ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ ... θεωρεί πως όλα τα πράγματα είναι σε αδιάκοπη κίνηση, ροή και εξέλιξη, σε ένα συνεχές γίγνεσθαι : "τα πάντα ρει". Δίνει προταιρεότηταστο στοιχείο της φωτιάς (=ενέργεια ;;;). Τον κόσμο, λέει, δεν το έφτιαξε κανένας Θεός.
ΕΛΕΑΤΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΞΕΝΟΦΑΝΗΣ ... οπαδός του μονοθεϊσμού. Ο Θεός δε μοιάζει στους θνητούς, ούτε στη μορφή, ούτε στη σκέψη. Ο Θεός είναι ένας, αιώνιος, αμετάβλητος, πανταχού παρών, κυβερνώντας τα πάντα άϋλος και αθέατος. Μια θεολογική προσέγγιση πολύ κοντινή, αν όχι ταυτόσημη, με τη χριστιανική αντίληψη για το Θεό, 610 χρόνια πριν διδάξει ο Χριστός στη γη !
ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ ... υποστήριξε αυτά που είπε και ο Ξενοφάνης για το Θεό.Πίστευε πως το μόνο πραγματικά αληθινό που υπάρχει είναι ο Θεός και κατά συνέπεια εμείς και όλα γύρω μας είναι μία παραίσθηση που νομίζουμε πως είναι πραγματικά. Αν μπορούσαμε να σταθούμε μπροστά στο Θεό και τη δόξα του, τα "φαντάσματα" αυτά θα εξαφανίζονταν. Περιττή κάθε επισήμανση για ομοιότητα με την χριστιανική αντίληψη της θείας δύναμης και μεγαλοπρέπειας
ΖΗΝΩΝ ... διετύπωσε μία σειρά θέσεων υπεράσπισης του Παρμενίδη. Ο τρόπος που ανέπτυξε τις θέσεις αυτές στάθηκε η αιτία να θεωρηθεί ως ο θεμελιωτής της διαλεκτικής
ΜΕΛΙΣΣΟΣ ... οπαδός του Παρμενίδη, πίστευε πως οι αισθήσεις μας απατούν. Πράγματι ! δεν μπορούμε να δούμε ολόκληρο το φάσμα του φωτός ! βλέπουμε ανάμεσα στο Ιώδες και το Ερυθρό, ενώ πέρα από αυτά όχι (υπεριώδες, υπέρυθρο)
ΕΠΙΧΑΡΜΟΣ ... προσπάθησε να συμβιβάσει τις ιδέες του Ηράκλειτου με αυτές του Ξενοφάνη
ΠΥΘΑΓΟΡΑΣ ... οι αριθμοί και το κενό αποτελούν την αρχή του κόσμου. Βασική πραγματικότητα είναι το "ένα", ο Θεός δηλαδή, και από αυτό το "ένα" προέρχονται όλα
ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ ... εξηγεί την κίνηση των πλανητών καθώς και την αιτία έκλειψης του ηλίου. Συμπεραίνει πως χρειάζεται κάποιος χρόνος για να μεταδοθεί το φως στο Διάστημα, τον οποίο δε μπορούμε να υπολογίσουμε εξ αιτίας της μεγάλης ταχύτητας του φωτός (!). πιστεύει ακόμα πως τα φυτά εμφανίστηκαν στη γη πρώτα από τα ζώα και πως ζώα και φυτά διαμορφώθηκαν εξελικτικά σε διάφορα είδη. Ιδέες διατυπωμένες από άνθρωπο που γεννήθηκε 484 χρόνια πριν το Χριστό και περίπου 2.400 πριν τον Δαρβίνο
ΑΝΑΞΑΓΟΡΑΣ ... δίδασκε πως ο Ήλιος είναι μία διάπυρη πέτρα μεγαλύτερη και από την Πελοπόννησο. Πίστευε πως ο κόσμος μπορεί να διαιρείται συνεχώς σε άπειρα κομμάτια. Θεωρία διάσπασης του ατόμου, 464 χρόνια πΧ ;
ΟΙ ΥΛΙΣΤΕΣ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ
ΛΕΥΚΙΠΠΟΣ ... δάσκαλος του Δημόκριτου. Ο κόσμος, γι' αυτόν, αποτελείται από αιώνια, συμπαγή και ποιοτικώς όμοια άτομα που κινούνται σε ένα κενό χώρο. Τα αντικείμενα έχουν διαφορετική μορφή μεταξύ τους γιατί τα άτομά τους έχουν διαφορετική σύνθεση
ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ ... αναγνωρίζει την αμεταβλητότητα και αιωνιότητα της ύλης λέγοντας πως "τίποτα δε γεννιέται από το τίποτα και τίποτα δεν μεταβάλλεται σε τίποτα". Υποστηρίζει τη θεωρία του δασκάλου του για το "άτομον"
ΣΟΦΙΣΤΕΣ
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ ... συμπατριώτης του Δημοκρίτου από τα Άβδηρα της Θράκης. Στήριζε τις θεωρίες του στον Παρμενίδη και τον Ζήνων. Πίστευε πως το μόνο πραγματικό είναι το Ανώτερο Όν και πως όλα τα άλλα είναι πλάσματα της φαντασίας μας.
ΓΟΡΓΙΑΣ ... μαθητής του Εμπεδοκλέους που υποστήριξε τις απόψεις του δασκάλου του
ΠΡΟΔΙΚΟΣ ... ασχολήθηκε με την ηθική και έγραψε το μύθο του Ηρακλή που διαλέγει το δρόμο. Οι σοφιστές υποστήριζαν πως έπρεπε κατ' αρχάς να γνωρίσουμε τη διάνοιά μας και το μηχανισμό της.
ΛΥΚΟΦΡΩΝ και ΑΛΤΑΔΗΜΑΣ ... ανήκουν στους νεώτερους σοφιστές που απέρριπταν την αναγκαιότητα των κοινωνικών τάξεων, θεωρώντας πως η φύση δεν έπλασε κανέναν σκλάβο και πως οι άνθρωποι γεννιούνται ελέυθεροι. 22 αιώνες πριν τους Ευρωπαίους Διαφωτιστές...
ΘΡΑΣΥΜΑΧΟΣ ... μίλησε για τη σχτικότητα των κοινωνικών και ηθικών κανόνων και θεωρούσε πως το δίκαιο εκφράζει το συμφέρον του δυνατότερου. πίστευε πως οι νόμοι είναι αντίστοιχοι του πολιτεύματος από το οποίο εκπορεύονται.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ ... πολέμιος των σοφιστών. Ιδεαλιστής, πολέμιος του υλισμού. Κατέβασε τη φιλοσοφία από τον ουρανό στη γη, μελετώντας όχι μεταφυσικά πράγματα αλλά τον άνθρωπο. Πίστευε στην αναγκαιότητα πειθαρχίας προς τους νόμους και τη συνεχή αυτοβελτίωση. Σε μία ρωμαιοκαθολική προσευχή υπάρχουν οι εξής στίχοι : Άγιε Σωκράτη, πρέσβευε υπέρ ημών (San Socrates ora pro nobis).
ΠΛΑΤΩΝ ... πιστεύει πως για κάθε τι που υπάρχει στη γη υπάρχει στο ουρανό το ιδανικό πρότυπό του, το "καλούπι" του. Πίσω από τον κόσμο των αισθήσεων υπάρχει ένας ιδεατός άλλος κόσμος ο οποίος είναι Τέλειος. Πιστεύει πως η αθάνατη ψυχή του κάθε ανθρώπου ζει ανάμεσα στα "τέλεια" πρότυπα, ενώ τα φθαρτά σώματά μας ανάμεσα σε ατελείς "σκιές" των προτύπων. Διατύπωσε την πρώτη ολοκληρωμένη άποψη για μια κοινωνία που σήμερα θα τη χαρακτηρίζαμε ως "σοσιαλιστική".

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ... θεμελιώνει τη Λογική και βάζει σε τάξη τις ανθρώπινες ιδέες. Μελετά τη φύση σε όλες της τις εκφάνεις και συγγράφει 170 έργα από τα οποία διασώθηκαν μόνο τα 47. Είναι ο τελευταίος μεγάλος Έλληνας φιλόσοφος και ο πρώτος Ευρωπαίος. Οι απόψεις του διαποτίζουν απόλυτα την ευρωπαϊκή σκέψη ως και τον 18ο αι. Είναι αδύνατο μέσα σε 5 γραμμές να δώσουμε μία συνοπτική έστω παρουσίαση του πολυσχιδούς αριστοτελικού έργου...

Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2009

Πώς να περάσεις τα μαθήματα

ΦΟΙΤΗΤΙΚΑ TIPS: Πως θα περάσεις το μάθημα!


Σου αρέσει ή όχι το μάθημα, υπάρχουν κανόνες για να μη μαζεύονται πολλά και μετά πελαγώσεις.

Δεν είναι λίγοι αυτοί που ισχυρίζονται πως αν μπεις στο Πανεπιστήμιο δεν σε νοιάζει και πολύ πότε θα βγεις από αυτό. Από την άλλοι όμως, κανείς δεν θέλει να χαρακτηριστεί αιώνιος φοιτητής. Το να περάσεις ένα μάθημα, ίσως δεν είναι πάντα απλή υπόθεση, υπάρχουν όμως μερικά τρικ που θα απλουστεύσουν την κατάσταση!

1) Μάθε από κάποιον παλιότερο ποια είναι τα δύσκολα και ποια τα εύκολα, ποιοι είναι οι "κόφτες" και ποιοι οι εύκολοι καθηγητές.

2) Πάρε τον οδηγό σπουδών και δες ποια είναι τα υποχρεωτικά μαθήματα και ποια τα επιλογής. Έτσι θα δεις ποια θα πρέπει να περάσεις οπωσδήποτε για...
...να μην έχεις πρόβλημα στο μέλλον. Θα πάρεις και μια ιδέα για τα επιλογής, τις θεματικές τους και τους καθηγητές που τα διδάσκουν για να κάνεις συνειδητά τις επιλογές.

3) Μελέτησε καλά τον οδηγό σπουδών για να δεις τι θα πρέπει να περάσεις και πώς θα πρέπει να δομήσεις τα μαθήματα και το πρόγραμμά σου. Με πόσα μαθήματα παίρνεις πτυχίο, πόσα υποχρεωτικά και πόσα επιλογής, ποιες είναι οι κατευθύνσεις κλπ.

4) Μην χάσεις την πρώτη και δεύτερη παράδοση του μαθήματος. Έτσι θα δεις τι ζητά ο καθηγητής, αν θα εξετάσει γραπτά ή προφορικά, ποια είναι τα συγγράμματα που χρειάζονται και από πού θα τα πάρεις, αν παραδίδει το σύγγραμμα του ή αν χρειάζεται να παρακολουθείς για να κρατάς και δικές σου σημειώσεις.

5) Μάθε αν χρειάζεται εργασία για να περάσεις το μάθημα! Δεν λέει να τρέχεις τελευταία ώρα και να μην φτάνεις.

6) Υπάρχουν καθηγητές που απαλλάσσουν τους φοιτητές από τις εξετάσεις αν κάνουν μια εργασία. Δεν είναι κακό... Γλιτώνεις το άγχος των εξετάσεων, έχεις πιθανότητα για καλό βαθμό κι όλο το εξάμηνο μπροστά σου.

7) Δικτυώσου! Σίγουρα θα υπάρχουν φοιτητές από προηγούμενο έτος που θα παρακολουθούν το μάθημα. Βρες και ρώτα κάποιον να σου πει γιατί κόπηκε, τι θέλει ο καθηγητής και ποια είναι τα μυστικά για να περάσεις...

8) Παρακολούθησε! Δυστυχώς είναι η απόλυτη συνταγή της επιτυχίας. Αν παρακολουθείς και κρατάς σημειώσεις, όταν θα πλησιάζουν οι εξετάσεις, θα είναι εύκολο να τα επαναφέρεις στη μνήμη σου, να δεις τις σημειώσεις και να "φύγει" πιο εύκολα από πάνω σου το μάθημα...

9) Γνώρισε τον καθηγητή! Δεν είσαι γλυφτράκι ούτε σπασίκλας! Αν όμως ο καθηγητής μάθει τη... φάτσα και το όνομα σου, ειδικά στα μαθήματα επιλογής, στις εξετάσεις θα είναι όλα πιο εύκολα!

Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2009

Πρωτοετής μόνος στο σπίτι ...

ΦΟΙΤΗΤΗΣ HOME ALONE

Τετάρτη, 18 Μάρτιος 2009 21:48
Ξυπνάς και συνειδητοποιείς ότι είσαι μόνος σου, επικρατεί μια απόλυτη ησυχία παντού και μέσα στο σπίτι δεν υπάρχει κανείς άλλος, εκτός από σένα… Μη φοβάσαι, δεν πρωταγωνιστείς στο “remake” του “Home Alone”… δεν είσαι ο Κέβιν, ούτε εξαφάνισες τους γονείς σου… είσαι απλά φοιτητής και ζεις στο δικό σου πλέον σπίτι!
Ναι, ξέρω, χρειάζεται να περάσει λίγος χρόνος για να συνηθίσεις την ιδέα ότι από δω και πέρα, έχεις ένα ολόκληρο σπίτι δικό σου, χωρίς τους γονείς να τριγυρνούν μέσα στα πόδια σου και να μην σε αφήνουν σε ησυχία..
Για τα επόμενα 4 (τουλάχιστον) χρόνια είσαι ο μοναδικός κυρίαρχος του σπιτιού και του εαυτού σου!

Αρχίζεις να γίνεσαι υπεύθυνος!;
Από δω και πέρα πρέπει να καθαρίζεις μόνος σου, να πλένεις,να σιδερώνεις, να μαγειρεύεις, να πληρώνεις τους λογαριασμούς (αλλιώς ΔΕΗ-ΟΤΕ-ΕΥΔΑΠ δεν θα δείξουν επιείκεια, πίστεψε με…), να πηγαίνεις supermarket, να μάθεις να ξυπνάς μόνος και στην ώρα σου. Γενικά, πρέπει να κάνεις μόνος ότι μέχρι τώρα θεωρούσες δεδομένο ότι θα τα κάνει κάποιος άλλος. Βέβαια, ας μην γελιόμαστε... Μεταξύ κατεργαρέων ειλικρίνεια! Δεν θα κάνεις τίποτα από τα παραπάνω. Θα τα θυμηθείς όλα και θα τρέχεις σαν τρελός για να προλάβεις μια μέρα ακριβώς, πριν φτάσουν η μαμά και ο μπαμπάς για επίσκεψη! (Προσπάθησε τουλάχιστον να μην ξεχάσεις τους λογαριασμούς…!)
Έχεις, λοιπόν, τον δικό σου χώρο. Φεύγεις και έρχεσαι ότι ώρα θες, όποια μέρα θες! Μπορείς να λείψεις ακόμα και μια ολόκληρη εβδομάδα –και βάλε- από το σπίτι, είτε γιατί κάθε βράδυ ξημερώνεσαι και με άλλη παρέα σε άλλο μέρος, είτε γιατί αποφάσισες, έτσι ξαφνικά, να επισκεφθείς τις Σέρρες, την Πάτρα, την Ξάνθη, τη Θεσσαλονίκη, την Κρήτη ή όποιο άλλο μέρος, στο οποίο έχεις τουλάχιστον έναν γνωστό! Εξάλλου, αν δεν τα επισκεφθείς τώρα, πότε θα το κάνεις; σκέφτεσαι… Φυσικά η μαμά και ο μπαμπάς νομίζουν ότι είσαι στην ζεστασιά του σπιτιού σου και διαβάζεις πυρετωδώς για την εξεταστική που έρχεται (ευτυχώς που δεν έχουν ανακαλύψει ακόμα ότι μπορείς να κάνεις εκτροπή κλήσεων από το σταθερό)! Εσύ όμως, μπορείς να γυρίσεις την προηγούμενη μόλις μέρα, να ανάψεις ένα κεράκι στον Άγιο 5 και να πας να δώσεις το μάθημα! Η συμμετοχή μετράει… έτσι δεν λένε;!
Το σπίτι σου είναι ανοιχτό όλες τις ώρες και μέρες για να δεχτεί τους φίλους σου, οι οποίοι είναι λάτρεις της «αρμένικης βίζιτας», έχεις κάνει χρυσό το σουβλατζίδικο της γειτονιάς (είπαμε πρέπει να μαγειρεύεις, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το κάνεις!), οι γείτονες έχουν βαρεθεί από τα αλλεπάλληλα πάρτυ κάθε βδομάδα, έχεις γυρίσει όλα τα clubάκια και τα μπουζούκια της περιοχής και φυσικά όταν τελειώνουν τα χρήματα μένει πολύς μήνας ακόμα…! Και τότε αποφασίζεις να κάνεις ένα μικρό ταξιδάκι μέχρι το πατρικό για ανεφοδιασμό! Επισκέπτεσαι όλους τους συγγενείς, με αφετηρία τον παππού και την γιαγιά, όπου έχεις ήδη φροντίσει να μάθεις ότι μόλις πήραν την σύνταξη! Δεν πας όμως μόνο για τα ευρώ. Κατά βάθος σου έχει λείψει το φαγητό της μαμάς, το να σε φροντίζει κάποιος, να στα φέρνουν όλα έτοιμα και στο χέρι.. Όσο «καλομαθημένος» όμως και να ‘σαι, δεν αλλάζεις με τίποτα την ελευθερία του δικού σου σπιτιού.

Έχεις 4 χρόνια για να τα ζήσεις όπως τα θες! Το αξίζεις άλλωστε, γιατί πάλεψες για αυτό και το πέτυχες.
Η μόνη σου υποχρέωση: το πτυχίο... κάποια στιγμή…

αντιγραφή απο:
http://fanclubs.zoo.gr/lit-auth/index.php?option=com_content&view=article&id=67&catid=39&Itemid=14

Σύγχρονες Τάσεις στη Κλασική Φιλολογία

ΑΝΤ. ΡΕΓΚΑΚΟΣ "Η κλασική φιλολογία βρίσκεται στον πυρήνα του δυτικού πολιτισμού"

Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, στις 5-7 Δεκεμβρίου, πραγματοποιείται το 2ο διεθνές συνέδριο στη σειρά “Σύγχρονες Τάσεις στην Κλασική Φιλολογία”. Ο Αντώνης Ρεγκάκος, καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας και πρόεδρος του τμήματος Φιλολογίας του ΑΠΘ, μιλά για το συνέδριο αλλά και για τις κλασικές σπουδές εν γένει.

Συνέντευξη: Βασίλης Πάγκαλος

Το ενδιαφέρον αυτό διεθνές συνέδριο, που διοργανώνεται από τον τομέα Κλασικών Σπουδών του τμήματος Φιλολογίας του ΑΠΘ σε συνεργασία με το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, πραγματοποιείται σε ετήσια βάση με διαφορετική κάθε φορά θεματική. Το περσινό αφορούσε την αφηγηματολογία στην αρχαία ελληνική λογοτεχνία ενώ το θέμα του φετινού συνεδρίου είναι μια σύγχρονη προσέγγιση της αρχαίας φιλολογικής κριτικής και γραμματικής και ο τίτλος του είναι “Γλώσσα - Κείμενο - Λογοτεχνία. Αρχέτυποι, έννοιες και περιεχόμενο της αρχαίας φιλολογίας και γραμματικής”.
Θα μας δώσετε κάποιες πληροφορίες για τους συμμετέχοντες στο συνέδριο; Στη διοργάνωση συμμετέχουν 34 επιφανείς φιλόλογοι από τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια της Ελλάδας, της Ευρώπης και της Αμερικής. Ενδεικτικά αναφέρω ότι τις εργασίες του συνεδρίου θα ανοίξει ο κορυφαίος ομηριστής και λεξικογράφος Franco Montanari του Πανεπιστημίου της Γένοβα -γνωστός για τη σύνταξη του μεγάλου λεξικού της αρχαίας ελληνικής γλώσσας που ήδη μεταφράζεται στα ελληνικά- και θα τις ολοκληρώσει ο γλωσσολόγος, ειδικός σε θέματα αρχαίας γραμματικής και υφολογίας, Wolfram Ax του Πανεπιστημίου της Κολωνίας. Σκοπός αυτών των συνεδρίων είναι να εντάξουν τη Θεσσαλονίκη στον διεθνή φιλολογικό χάρτη προσελκύοντας τους κορυφαίους φιλολόγους ανά τον κόσμο. Το κύρος της διοργάνωσης επισφραγίζει το γεγονός ότι τα πρακτικά του συνεδρίου εκδίδονται από τον μεγαλύτερο εκδοτικό οίκο της Ευρώπης στις ανθρωπιστικές σπουδές, De Gruyter.
Σε ποια θέματα αναφέρονται οι περισσότερες ανακοινώσεις; Επειδή το θέμα του συνεδρίου αγγίζει όλους τους τομείς της γλωσσολογικής θεώρησης της αρχαιοελληνικής γραμματείας, κρίθηκε απαραίτητη μια σχηματική κατηγοριοποίηση των ανακοινώσεων. Έτσι, εκτός από μια γενική εισαγωγή στην αρχαία ελληνική φιλολογία (έναν κλάδο που γνωρίζει μεγάλη άνθηση τα τελευταία χρόνια στην έρευνα), οι επιμέρους θεματικές αφορούν: την αρχαιολογία της φιλολογίας (με απλά λόγια πώς γεννιέται στην αρχαιότητα η ανάγκη για τη μελέτη της γλώσσας ως αυτόνομης επιστήμης), τη γλωσσολογική-υφολογική ανάλυση της αρχαίας λογοτεχνίας από τους πρώτους φιλολόγους (εδώ ένας μεγάλος αριθμός ανακοινώσεων αναφέρεται στο πώς οι Αλεξανδρινοί φιλόλογοι “διάβασαν” φιλολογικά τον Όμηρο), την αρχαία γραμματική, την ιστορική εξέλιξη γλωσσολογικών όρων και εννοιών, τη σχέση γραμματικής και λεξικογραφίας και τις αρχαίες γλωσσολογικές θεωρίες. Όπως καταλαβαίνετε, το συνέδριο απευθύνεται σε όσους μελετούν τις αρχαιογνωστικές επιστήμες και τη γλωσσολογία αλλά και σε όσους επιμένουν να γοητεύονται από την, άγνωστη σε μεγάλο βαθμό, ιστορία της ελληνικής γλώσσας.
Ποιες είναι οι σύγχρονες τάσεις στον χώρο των κλασικών σπουδών; Τα τελευταία χρόνια βιώνουμε μια νέα άνθηση στον χώρο των κλασικών σπουδών - θα τολμούσαμε να μιλήσουμε μάλιστα για μια ερευνητική έκρηξη, η οποία αποτυπώνεται στην πληθώρα των νέων εκδόσεων, στη διοργάνωση πολυάριθμων συνεδρίων, στη στροφή πολλών νέων μελετητών στις αρχαιογνωστικές επιστήμες. Θα έλεγα ότι δύο είναι οι κύριες τάσεις στον χώρο μας σήμερα: αφενός η στροφή σε “άγνωστους” συγγραφείς, σε “αδιερεύνητες” περιοχές της αρχαίας γραμματείας (εδώ εντάσσεται η λογοτεχνία της ελληνιστικής εποχής και της ύστερης αρχαιότητας) και αφετέρου η επιστροφή στα αρχαϊκά και τα κλασικά κείμενα μέσα από το πρίσμα του σύγχρονου θεωρητικού λόγου (η αφηγηματολογία, η θεωρία της λογοτεχνίας, η ψυχανάλυση, η γλωσσολογία, η θρησκειολογία αποτελούν πλέον απαραίτητα εργαλεία για να ξαναδιαβάσουμε τα αρχαία κείμενα). Σε αυτά μπορώ να προσθέσω κάθε είδους διεπιστημονικές προσεγγίσεις, την ένταξη των αρχαίων κειμένων στα ιδεολογικά και αισθητικά συμφραζόμενα της εποχής τους, καθώς και μια προσπάθεια επικαιροποίησης της αρχαιότητας με άξονα σύγχρονους προβληματισμούς.
Συχνά ακούγεται μια “κατηγορία” για τις κλασικές σπουδές ότι κινούνται σε έναν περιχαρακωμένο κόσμο δίχως μεγάλη διασύνδεση με την κοινωνία... Αναμφίβολα μια τέτοια κριτική δεν στερείται βάσης. Ωστόσο, η κλασική φιλολογία δεν αφορά ούτε μια νεκρή γλώσσα ούτε ένα στενά προσδιορισμένο γραμματολογικό corpus, αλλά βρίσκεται στον πυρήνα του δυτικού πολιτισμού. Κάθε προσπάθεια πνευματικής εξέλιξης της Δύσης και του κόσμου γενικότερα περνάει μέσα από τις κλασικές σπουδές. Για να μπορέσουν όμως οι κλασικές σπουδές να επανασυνδεθούν με την κοινωνία, πρέπει τα πανεπιστημιακά τμήματα ανά τον κόσμο να δουν τα διανοήματα των κειμένων αυτών μέσα από μια σύγχρονη οπτική.
Ποια προβλήματα αντιμετωπίζουν οι κλασικές σπουδές στην Ελλάδα σήμερα; Το ελληνικό πανεπιστήμιο, και ειδικότερα οι ανθρωπιστικοί κλάδοι, βρίσκονται σε βαθιά κρίση - κανείς δεν το αρνείται αυτό. Δεν χρειάζεται να επαναλάβω κοινοτυπίες εδώ σχετικά με το “αντιπνευματικό” κλίμα της εποχής ή τις βαθιά εδραιωμένες “κακομαθημένες” συνήθειες διδασκόντων και διδασκομένων ή ακόμα και τους “εθνικιστικούς” συνειρμούς που αναπόφευκτα προκαλεί η αρχαιότητα στην ελληνική κοινωνία. Θέλω όμως να σταθώ σε όσα με κάνουν αισιόδοξο. Τους εκδότες που υλικά και ηθικά υποστηρίζουν την καλλιέργεια των κλασικών γραμμάτων - αξίζει να μνημονεύσω ειδικότερα τους εκδοτικούς οίκους του Δ. Παπαδήμα και University Studio Press που ανήκουν και στους χορηγούς του συνεδρίου. Την ύπαρξη ιδρυμάτων όπως το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας -το μοναδικό ελληνικό ερευνητικό ίδρυμα που, εδώ και χρόνια, ειδικεύεται στη μελέτη όλων των φάσεων της ελληνικής γλώσσας και γραμματείας- ή το Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη που πλαισιώνουν με το επιστημονικό τους έργο το τμήμα Φιλολογίας του ΑΠΘ στη Θεσσαλονίκη. Όσους φορείς, όπως το υπουργείο Παιδείας και το υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης, συμβάλλουν στη διοργάνωση διεθνών συναντήσεων στην πόλη μας. Και όσους, σε πείσμα των καιρών, διαβάζουν, γράφουν και συζητούν ακόμη με πάθος για την αρχαιότητα.

Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ

Νεοελληνική λογοτεχνία .
Με τον όρο Νεοελληνική λογοτεχνία αναφερόμαστε στην λογοτεχνία του νέου ελληνισμού.
Οι περισσότεροι μελετητές ανάγουν τις αρχές της νεοελληνικής λογοτεχνίας ήδη στα βυζαντινά χρόνια, στα πρώτα γραπτά κείμενα σε δημώδη γλώσσα που εμφανίζονται κατά τον 11ο αι. περίπου.
Κριτήριο της διάκρισης αυτής δεν είναι μόνο η γλώσσα των κειμένων, αλλά και το γεγονός ότι σε αρκετά από αυτά τα λογοτεχνικά έργα εμφανίζονται στοιχεία που επιβιώνουν και παίζουν σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση της λογοτεχνικής παραγωγής μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453.
Γι' αυτόν τον λόγο, και παρά τις ποικίλες απόψεις σχετικά με το θέμα των αρχών της νεοελληνικής λογοτεχνίας[1], τα σχετικά εγχειρίδια ξεκινούν την εξέταση της νεοελληνικής λογοτεχνίας από τα δημώδη κείμενα των τελευταίων αιώνων της Βυζαντινής αυτοκρατορίας.
Η νεοελληνική λογοτεχνία μπορεί να διακριθεί σχηματικά σε τρεις μεγάλες περιόδους:• Την υστεροβυζαντινή περίοδο, από την οποία έχουν ενδιαφέρον για τον μελετητή της νεοελληνικής λογοτεχνίας τα κείμενα σε δημώδη γλώσσα που προέρχονται είτε από περιοχές της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας είτε από φραγκοκρατούμενες περιοχές. •
Την περίοδο 1453-1821, κατά την οποία παρουσιάζονται δύο διακριτοί πόλοι στην λογοτεχνική παραγωγή: οι φραγκοκρατούμενες (Κρήτη, Επτάνησα, Κύπρος) και οι τουρκοκρατούμενες περιοχές. Η μεγαλύτερη άνθηση παρουσιάζεται στις φραγκοκρατούμενες και ιδίως στην Κρήτη μέχρι το 1669.
Τους δύο επόμενους αιώνες η λογοτεχνία επιζεί στα Επτάνησα και σταδιακά εμφανίζεται ένας νέος πόλος, το περιβάλλον των Φαναριωτών, που θα παίξει ρόλο στην περίοδο του Διαφωτισμού και στα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας. • Την νεότερη ελληνική λογοτεχνία, από το 1821 έως σήμερα: μετά την απελευθέρωση η λογοτεχνία στην Ελλάδα γνωρίζει μεγάλη άνθηση.
Οι Έλληνες λογοτέχνες παρακολουθούν τις λογοτεχνικές εξελίξεις της Ευρώπης και συντονίζονται με αυτές, αξιοποιώντας παράλληλα τα στοιχεία της ελληνικής λογοτεχνικής και πνευματικής παράδοσης.
1.Οι αρχές της νεοελληνικής λογοτεχνίας
Η χρονολογία 1453, έτος κατάλυσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, φαίνεται προβληματική ως αφετηρία της νεοελληνικής λογοτεχνίας επειδή δημιουργεί μια τομή στην λογοτεχνική παραγωγή η οποία δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, αφού ανάμεσα στα κείμενα σε δημώδη γλώσσα της Βυζαντινής περιόδου και στα αντίστοιχα των πρώτων αιώνων μετά την άλωση υπάρχουν πολλές ομοιότητες, γλωσσικές και θεματικές.
Επιπλέον, το γεγονός ότι στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου οι ιστορικοί (για παράδειγμα ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος) αναζητούσαν τις αρχές του Νέου Ελληνισμού στο ύστερο Βυζάντιο, σε συνδυασμό με το έντονο επιστημονικό ενδιαφέρον εκείνης της εποχής για πολλά δημώδη κείμενα που τότε ανακαλύφθηκαν και εκδόθηκαν για πρώτη φορά, είχε δημιουργήσει ήδη μια παράδοση σύμφωνα με την οποία στα δημώδη κείμενα των τελευταίων αιώνων του Βυζαντίου διαφαίνονταν οι ρίζες της νεοελληνικής εθνικής συνείδησης και εντοπίζονταν οι απαρχές της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Για παράδειγμα ο Νικόλαος Πολίτης χαρακτήριζε τον Διγενή Ακρίτη «εθνικό έπος των νεωτέρων Ελλήνων» και διατύπωνε την άποψη ότι «ἀσφαλεστάτη ἀφετηρία τῆς νέας ἑλληνικής ποιήσεως δύναται νὰ χρησιμεύση τὸ ἐθνικόν ἔπος, ἐν ᾧ παρακολουθοῦμεν τὴν ἱστορικήν ἀνάπτυξιν τῆς ἑλληνικής ψυχῆς»
[2].Έτσι, ήδη σε κάποιες από τις πρώτες Ιστορίες της νεοελληνικής λογοτεχνίας του 20ου αι. (για παράδειγμα Άριστου Καμπάνη, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας (1000 μ.Χ.-1900) (1925), Ηλία Βουτιερίδη, Σύντομη ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας (1000-1930) (1933), η εξέταση άρχιζε από τα βυζαντινά χρόνια, σχήμα που καθιερώθηκε και στις επόμενες Ιστορίες.
Ο Λίνος Πολίτης στο πρώτο κεφάλαιο της Ιστορίας της Νεοελληνικής λογοτεχνίας (1978) του έγραφε σχετικά: «Στους τελευταίους αιώνες του Βυζαντίου παρουσιάζονται ορισμένα στοιχεία με έκδηλο χαρακτήρα, μπορούμε να πούμε, νεοελληνικό.[...] Από τον Διγενή έως τον Ερωτόκριτο υπάρχει ενότητα και εξέλιξη οργανική, αδιάσπαστη, ώστε μια τομή στα 1453 [...] θα ήταν αυθαίρετη.[..]
Φυσικότερο είναι να παραδεχτούμε πως το νεοελληνικό στοιχείο φανερώνεται[...] από τα βυζαντινά ακόμη χρόνια, και να θεωρήσουμε πως η "δημώδης γραμματεία" της βυζαντινής εποχής [...] αποτελεί την αρχή της καθαυτό νέας ελληνικής λογοτεχνίας»
[3].Αντιθέτως, άλλοι μελετητές επέμεναν ιδιαιτέρως στα μεσαιωνικά χαρακτηριστικά της δημώδους παραγωγής των υστεροβυζαντινών και πρώτων μεταβυζαντινών χρόνων και πρότειναν άλλου είδους διακρίσεις: ο Εμμανουήλ Κριαράς χαρακτήριζε την περίοδο από το 1204 έως περίπου τα τέλη του 17ου αι. ως «υστεροβυζαντινή» ή «υστερομεσαιωνική» αλλά ταυτόχρονα και «πρωτονεοελληνική», αναγνωρίζοντας σε αυτήν την περίοδο της λογοτεχνίας διττό χαρακτήρα, με στοιχεία μεσαιωνικά και νεοελληνικά.
[4]. Ο Γ.Π. Σαββίδης πρότεινε ως συμβολική χρονολογία αρχής της νεοελληνικής λογοτεχνίας το έτος της πρώτης έκδοσης του Απόκοπου, του πρώτου, απ' όσο γνωρίζουμε, νεοελληνικού λογοτεχνικού κειμένου που τυπώθηκε, δηλαδή το 1519 ή 1509 (όπως διορθώθηκε αργότερα με την εύρεση μιας προγενέστερης έκδοσης)
[5], ενώ ο Στυλιανός Αλεξίου τοποθέτησε τις αρχές της νεοελληνικής λογοτεχνίας στα πρώτα έργα που έχουν τα χαρακτηριστικά της Αναγέννησης, δηλαδή τα κυπριακά ερωτικά ποιήματα και την περίοδο της ακμής της κρητικής λογοτεχνίας, προτείνοντας για τα προγενέστερα κείμενα τον όρο «βυζαντινή λογοτεχνία σε δημώδη γλώσσα»
[6] 2.Η «νεοελληνική λογοτεχνία» ώς το 1453Το πρώτο γραπτό μνημείο σε δημώδη γλώσσα, το οποίο θεωρείται παραδοσιακά ότι σηματοδοτεί την αρχή της νεοελληνικής λογοτεχνίας, είναι το έμμετρο επικό-μυθιστορηματικό αφήγημα γνωστό ως «Έπος του Διγενή Ακρίτη», του 11ου-12ου αι. Από τα μέσα του 12ου αιώνα έχουμε μια σειρά σατιρικών και ηθικοδιδακτικών ποιημάτων. Τα λεγόμενα Πτωχοπροδρομικά ποιήματα, που απευθύνονται στους αυτοκράτορες Ιωάννη Β' Κομνηνό και Μανουήλ Κομνηνό, εξιστορούν με σατιρικό τρόπο τα βάσανα του ποιητή από την ανυπόφορη γυναίκα του και την φτώχεια που ταλαιπωρεί τους ανθρώπους των γραμμάτων και σατιρίζουν τον κλήρο. Αντίθετα, ηθικοδιδακτικό στόχο έχουν τα ποιήματα Στίχοι γραμματικοί του Μιχαήλ Γλυκά και Ο Σπανέας.Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους (1204) η χρήση της δημώδους επεκτάθηκε. Η πολυπληθέστερη ομάδα κειμένων σε δημώδη γλώσσα είναι έμμετρες μυθοπλαστικές αφηγήσεις που γενικά κατατάσσονται στο λογοτεχνικό είδος του μυθιστορήματος (ή ακριβέστερα της μυθιστορίας) και έχουν θεματολογία ερωτική ή μυθολογική. Τα έργα αυτά είναι είτε μεταφράσεις δυτικών έργων -λιγότερο ή περισσότερο πιστές- είτε πρωτότυπες συνθέσεις στις οποίες διασταυρώνεται η παράδοση των ελληνιστικών και λόγιων βυζαντινών μυθιστορημάτων με δυτικά πρότυπα. Τα πρωτότυπα έργα είναι τα: Αχιλληίς, Καλλίμαχος και Χρυσορρόη, Βέλθανδρος και Χρυσάντζα, Λίβιστρος και Ροδάμνη, Διήγησις γεναμένη εν Τροία, με ερωτικό περιεχόμενο, καθώς και τα περισσότερο ηρωικού χαρακτήρα έργα Διήγησις του Αλεξάνδρου και Ιστορία του Βελισσάριου. Τα μεταφρασμένα είναι τα: Ο Πόλεμος της Τρωάδος, Φλώριος και Πλάτζια-Φλώρα, Ιμπέριος και Μαργαρώνα, Απολλώνιος ο Τύριος, Θησηίδα (μετάφραση από τον Βοκκάκιο).Μια άλλη ομάδα έργων σε δημώδη γλώσσα είναι οι αλληγορικές διηγήσεις με πρωταγωνιστές ζώα ή φυτά, όπως τα ἐμμετρα Ο Φυσιολόγος, Ο Πουλολόγος, το Συναξάριον του τετιμημένου γαϊδάρου και το πεζό Ο Πωρικολόγος. Ακόμη, δημώδης γλώσσα χρησιμοποιήθηκε και σε χρονικά (τα έμμετρα Χρονικόν του Μορέως, 14ος αι., το Χρονικό των Τόκκων, 15ος αι., και τα πεζά κυπριακά χρονικά του Λεοντίου Μαχαιρά, 14ος αι. και του Γεωργίου Βουστρωνίου, 15ος αι.).
Τέλος, τον 14ο αι. εμφανίζονται και τα πρώτα λογοτεχνικά έργα της κρητικής λογοτεχνίας: τα ποιήματα του Στέφανου Σαχλίκη και του Λεονάρδου Ντελλαπόρτα που έζησαν και έγραψαν στο δεύτερο μισό του 14ου αι.
[7]3.Η λογοτεχνία ώς την απελευθέρωση (1453-1821)3.1.Λογοτεχνία και πνευματική κίνηση έως και τον 17ο αιώναΤο σημαντικό γεγονός της κατάλυσης της Βυζαντινής αυτοκρατορίας μετά το 1453 δεν άφησε ανεπηρέαστη την λογοτεχνία: κάποια από τα πρώτα κείμενα που εμφανίστηκαν ήταν ανώνυμα ή επώνυμα στιχουργικά κείμενα αναφερόμενα στην άλωση, τα οποία είναι γνωστά ως Θρήνοι.
Το πιο γνωστό από αυτά τα κείμενα είναι το Ανακάλημα της Κωνσταντινόπολης. Άλλα παρόμοια κείμενα είναι τα Άλωσις Κωνσταντινουπόλεως, Θρήνος των τεσσάρων Πατριαρχείων, Θρήνος της Κωνσταντινουπόλεως. Η μεγαλύτερη λογοτεχνική άνθηση της περιόδου όμως προήλθε από τις περιοχές που τελούσαν υπό φράγκικη κυριαρχία και ώς ένα βαθμό οφείλεται στην αλληλεπίδραση μεταξύ της ελληνικής και της δυτικής κουλτούρας. Τα αξιολογότερα λογοτεχνικά δείγματα της περιόδου προέρχονται από την Κύπρο, την Ρόδο, την Κρήτη και τα Επτάνησα.3.1.1.
Οι Φραγκοκρατούμενες περιοχές: Ρόδος, Επτάνησα, Κύπρος, Κρήτη και νησιά του ΑιγαίουΑπό την Ρόδο προέρχεται μια συλλογή ερωτικών ποιημάτων του 15ου αιώνα που είναι γνωστή με τον τίτλο Καταλόγια ή Ερωτοπαίγνια και ένα έμμετρο χρονικό με τίτλο Το θανατικό της Ρόδου, του Εμμανουήλ Λιμενίτη, που αναφέρεται στην επιδημία πανούκλας που έπληξε την Ρόδο το 1498-1499. Από τα Επτάνησα σώζονται τα στιχουργήματα του Κερκυραίου Ιάκωβου Τριβώλη Ιστορία του Ταγιαπιέρα (τυπώθηκε το 1528) και Ιστορία του ρε της Σκότζιας με την ρήγισσα της Εγγλιτέρας (τυπώθηκε το 1543) και του Ζακυνθηνού Μάρκου Δεφαράνα Λόγοι διδακτικοί του πατρός προς τον υιόν (1543) και Ιστορία της Σωσάννης (1569). Στην Κύπρο είχε αναπτυχθεί αξιόλογη πνευματική κίνηση μέχρι την άλωση από τους Τούρκους το 1571. Από τα μέσα του 16ου αι. προέρχεται μία συλλογή ερωτικών ποιημάτων, γνωστή με τον τίτλο Κυπριακά ερωτικά ποιήματα.
Περιέχει 156 ποιήματα στην κυπριακή διάλεκτο, επηρεασμένα από την ιταλική ποίηση της Αναγέννησης και κυρίως από τον Πετράρχη. Σε αυτήν την συλλογή βρίσκονται τα πρώτα ελληνικά σονέτα.Η λογοτεχνική παραγωγή στην βενετοκρατούμενη Κρήτη διακρίνεται σε δύο περιόδους: την περίοδο της προετοιμασίας (ώς το 1590 περίπου) και την περίοδο της ακμής (1590-1669).
Τα ποιήματα της πρώτης περιόδου έχουν περιεχόμενο σατιρικό, ηθικοδιδακτικό, ιστορικό και σπανιότερα ερωτικό. Από την περίοδο αυτή περισσότερο γνωστά είναι τα ποιήματα Απόκοπος του Μπεργαδή, η Κοσμογέννησις του Γεώργιου Χούμνου, τα ανώνυμα Γαδάρου, λύκου και αλεπούς διήγησις ωραία, Ο κάτης και οι ποντικοί, το Ερωτικόν ενύπνιον του Μαρίνου Φαλιέρου, το ανώνυμο Ριμάδα κόρης και νιου, η Συμφορά της Κρήτης του Μανόλη Σκλάβου.Κατά την δεύτερη περίοδο σημειώνεται η μεγάλη άνθηση κυρίως του θεάτρου και η καλλιέργεια του κρητικού ιδιώματος που εξυψώνεται σε άρτια επεξεργασμένη λογοτεχνική γλώσσα. Ο σημαντικότερος συγγραφέας θεατρικών έργων είναι ο Γεώργιος Χορτάτσης, συγγραφέας του πιο διαδεδομένου θεατρικού έργου της εποχής, της Ερωφίλης, αλλά και της κωμωδίας Κατσούρμπος (ενδεχομένως και του Στάθη) και του ποιμενικού δράματος Πανώρια. Άλλα θεατρικά έργα είναι η Θυσία του Αβραάμ (ενδεχομένως του Κορνάρου), ο Φορτουνάτος και ο Ζήνων.
Από την ίδια περίοδο προέρχεται και η έμμετρη μυθιστορία Ερωτόκριτος του Κορνάρου καθώς και το ειδύλλιο Η Βοσκοπούλα.Παράλληλα με το κρητικό θέατρο, στα νησιά του Αιγαίου παρουσιάζεται ανάπτυξη της θεατρικής παραγωγής με έργα θρησκευτικού περιεχομένου.
Αυτή η τάση σχετίζεται με την προσηλυτιστική δράση των ιησουιτών μοναχών στα κολέγια που είχαν ιδρύσει σε διάφορα νησιά του Αιγαίου, όπου οι θεατρικές παραστάσεις αποτελούσαν μέρος του εκπαιδευτικού προγράμματος. Αποτέλεσμα αυτού ήταν και η «απάντηση» ορθοδόξων ιερέων με άλλα θεατρικά έργα. Τα σωζόμενα κείμενα είναι 10 και παραδίδονται πλήρη ή αποσπασματικά.
Σε αυτά εντοπίζονται επιδράσεις του κρητικού θεάτρου και ίχνη των τεχνοτροπιών του Μπαρόκ και του Ροκοκό. Από τη Χίο προέρχονται πέντε επώνυμα έργα του 17ου αι.: τρία γράφτηκαν από τον Μιχαήλ Βεστάρχη (Διάλογος της Υπεραγίας Θεοτόκου, Στίχοι... εις την Ανάστασιν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, Στίχοι... εις τον Ελεάζαρον και τους επτά παίδας τους Μακκαβαίους...) και τα άλλα δύο από τους ορθόδοξους ιερείς Γρηγόριο Κονταράτο (Στίχοι... εις τους τρεις παίδας παρά Ναβουχοδονόσωρ βασιλέον βαλθείσιν εις την κάμινον...) και Γαβριήλ Προσοψά (Δράμα περί του γεννηθέντος τυφλού). Μεταγενέστερο, επίσης από την Χίο, είναι το έργο Δαβίδ.
Από τις Κυκλάδες προέρχεται η Τραγέδια του Αγίου Δημητρίου, που παραστάθηκε στη Νάξο το 1723, και ένα άτιτλο πεζό δράμα για τον Ηρώδη και τη σφαγή των νηπίων (είναι μάλιστα το πρώτο νεοελληνικό θεατρικό σε πεζό λόγο). Σώζονται ακόμη αποσπάσματα από έργα για τον Άγιο Ισίδωρο και τον Άγιο Γεώργιο, καθώς και ένα τμήμα από έργο με μη θρησκευτικό περιεχόμενο, το ποιμενικό δράμα Καλλίμαχος και Ροδάμνια.3.1.2.Τουρκοκρατούμενη Ελλάδα και ΔιασποράΗ Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη, ένα από τα δημοφιλέστερα αναγνώσματα της ΤουρκοκρατίαςΕκτός από τις φραγκοκρατούμενες περιοχές, καθαρά λογοτεχνική παραγωγή δεν εμφανίστηκε στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Όμως στις ελληνικές κοινότητες της διασποράς (κυρίως της Βενετίας και στους κύκλους του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης) άρχισε σταδιακά να αναπτύσσεται πνευματική κίνηση και να γίνονται προσπάθειες καλλιέργειας της ομιλουμένης γλώσσας, με στόχο την επικοινωνία με τον λαό. Αξιομνημόνευτος από αυτήν την άποψη είναι ο Νικόλαος Σοφιανός, Κερκυραίος λόγιος που έζησε τον 16αι. στην Βενετία και έγραψε γραμματική της νέας ελληνικής γλώσσας, η οποία όμως δεν δημοσιεύτηκε τότε. Η λαϊκή γλώσσα χρησιμοποιήθηκε κυρίως σε κείμενα θρησκευτικά, ομιλίες ή διασκευές θρησκευτικών κειμένων, όπως Η Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη του Ιωαννίκιου Καρτάνου (1536), ο Θησαυρός του Δαμασκηνού Στουδίτη (1561 περίπου), ένα από τα αγαπημένα λαϊκά αναγνώσματα που είχε πολλές επανεκδόσεις κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας, οι Διδαχές του Αλέξιου Ραρτούρου (1560), ομιλίες και μεταφράσεις κειμένων του Μελέτιου Πηγά, Πατριάρχη Αλεξανδρείας (1549-1601) και του Μάξιμου Μαργούνιου (1530-1602).
Ηλίας Μηνιάτης, ο μεγαλύτερος ρήτορας της ΤουρκοκρατίαςΚατά την διάρκεια του 17ου αι. συνεχίστηκε η συγγραφή θρησκευτικών κειμένων σε λαϊκή γλώσσα, όπως η Αμαρτωλών σωτηρία του Αγάπιου Λάνδου και αφηγήσεις θαυμάτων και Βίων Αγίων από τους Ιωάννη Μορεζήνο και του Νεόφυτο Ροδινό. Τα πιο αξιόλογα όμως δείγματα καλλιέργειας της λαϊκής γλώσσας προέρχονται από τον Φραγκίσκο Σκούφο (1644-1697), συγγραφέα εγχειριδίου ρητορικής με εξαιρετικά παραδείγματα σε απλή γλώσσα και τον Ηλία Μηνιάτη (1669-1714), τον μεγαλύτερο ρήτορα της περιόδου.
Οι Διδαχές του Μηνιάτη είναι κείμενα σε δημοτική γλώσσα με περίτεχνα επεξεργασμένο ύφος σύμφωνα με τους κανόνες του λογοτεχνικού μπαρόκ.3.2.Η λογοτεχνία μέχρι την εποχή του ΔιαφωτισμούΜετά την άλωση της Κρήτης το 1669 οι μόνες πνευματικές εστίες που απέμειναν ήταν τα Επτάνησα, ο ελληνισμός της Διασποράς και το Φανάρι, αλλά παράλληλα υπήρξε σταδιακή οικονομική και πνευματική άνθηση και στις τουρκοκρατούμενες περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας.
Ο 18ος αι. συχνά χαρακτηρίζεται ως «αντιποιητικός», επειδή τα λογοτεχνικά έργα της εποχής δεν φτάνουν στο ύψος της κρητικής λογοτεχνίας. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν υπάρχουν αρκετά ενδιαφέροντα λογοτεχνικά δείγματα.Στα Επτάνησα παρατηρείται πνευματική κίνηση και μικρή άνθηση του θεάτρου, στην οποία συνετέλεσε και το γεγονός ότι πολλοί Κρήτες κατέφυγαν εκεί μετά την πτώση της Κρήτης στους Οθωμανούς. Βέβαια θεατρικά δείγματα υπήρχαν στα επτάνησα και πριν από το 1669, για παράδειγμα η Ευγένα του ζακυνθινού Θεόδωρου Μοντσελέζε που τυπώθηκε το 1646 και η μετάφραση του Pastor Fido (Ο Πιστός Βοσκός) από τον επίσης Ζακυνθινό Μιχαήλ Σουμμάκη, το 1658. Στις αρχές του 18ου αι. ο σημαντικότερος επτανήσιος ποιητής ήταν ο Κεφαλλονίτης Πέτρος Κατσαΐτης που έγραψε δύο θεατρικά έργα, την Ιφιγένεια (1720) και τον Θυέστη (1721) καθώς και το ποίημα Κλαυθμός Πελοποννήσου, ενώ πιθανολογείται επίσης ότι δικό του έργο είναι και το στιχούργημα Νέα ιστορία Αθέσθη Κυθηραίου που τυπώθηκε ανώνυμα το 1749 στην Βενετία. Η κρητική επίδραση είναι φανερή σε όλα αυτά τα έργα• εξάλλου το κρητικό θέατρο επιβίωνε και σε παραστάσεις έργων, γνωστές ως Ομιλίες.
Ένα από τα πιο σημαντικά λογοτεχνικά γεγονότα των αρχών του 18ου αι. είναι η έκδοση της ποιητικής συλλογής Άνθη Ευλαβείας, από Έλληνες σπουδαστές του Φλαγγινιανού εκπαιδευτηρίου της Βενετίας, το 1708. Πνευματική και λογοτεχνική κίνηση αναπτύχθηκε επίσης στην Κωνσταντινούπολη, στους κύκλους του Πατριαρχείου και των Φαναριωτών, όπου έγιναν απόπειρες διαμόρφωσης μιας ποιητικής που χρησιμοποιούσε το ιδίωμα των ελλήνων της Κωνσταντινούπολης. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν δύο στιχουργήματα των μέσων του 18ου αι., η Στοιχειομαχία του Ιωάννη Ρίζου Μανέ (1746), που περιγράφει την πάλη των φυσικών στοιχείων και η Βοσπορομαχία (1752) του Momars, υπηκόου της Αυστρίας που ζούσε στην Κωνσταντινούπολη, η οποία περιγράφει τον ανταγωνισμός μεταξύ των δύο ακτών του Βοσπόρου.
Στο αστικό περιβάλλον του Φαναρίου και των Ελλήνων της διασποράς (κυρίως παραδουνάβιες ηγεμονίες) διαμορφώθηκε και η συνήθεια σύνταξης στιχουργημάτων ερωτικού περιεχομένου κυρίως που κυκλοφορούσαν σε ανώνυμες συλλογές, γνωστές ως «μισμαγιές». Από τον κύκλο των Φαναριωτών προέρχεται και ένα πεζό έργο που χαρακτηρίζεται συχνά ως η πρώτη απόπειρα σύνταξης μυθιστορήματος: είναι το Φιλοθέου Πάρεργα που γράφτηκε το 1718 από τον Νικόλαο Μαυροκορδάτο, αλλά τυπώθηκε το 1800.Στην ηπειρωτική Ελλάδα κυριαρχεί τον 18ο αι. η μορφή του Καισάριου Δαπόντε, πολυγραφότατου ποιητή και μοναχού που έγραψε πολλές χιλιάδες στίχους με περιεχόμενο αυτοβιογραφικό, ηθικοδιδακτικό και θρησκευτικό.3.3.
Η ποίηση στην εποχή του Διαφωτισμού: Φαναριώτες, «πρόδρομοι» και ΕπτανήσιοιΤο τελευταίο τέταρτο του 18ου αι. χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση του νεοελληνικού διαφωτισμού. Οι κυριότερες πνευματικές κατευθύνσεις της περιόδου είναι η συζήτηση για το γλωσσικό ζήτημα, το οποίο σχετίζεται άμεσα με το ζήτημα της παιδείας του έθνους, καθώς και η προετοιμασία της επανάστασης και της επακόλουθης πολιτικής και πνευματικής αναγέννησης.Στα χρόνια εκείνα παρατηρείται και μια μερική άνθηση του ποιητικού λόγου με δύο πόλους: από τη μία ποιητές που ανήκουν στο κλίμα των φαναριωτών και από την άλλη οι επτανήσιοι ποιητές που χαρακτηρίζονται ως προσολωμικοί. Κεντρικές προσωπικότητες όμως είναι οι λεγόμενοι «πρόδρομοι», ο Αθανάσιος Χριστόπουλος, ο Ρήγας Φεραίος και ο Ιωάννης Βηλαράς.Στο κλίμα των Φαναριωτών κινούνται ποιητές όπως ο Διονύσιος Φωτεινός (1777-1821), με γνωστότερο έργο του μία μεταγραφή του Ερωτόκριτου σύμφωνα με τις γλωσσικές και αισθητικές αντιλήψεις των φαναριωτών, ο Μιχαήλ Περδικάρης (1766-1828), που έγραψε την σκληρή σάτιρα Ερμήλος ή Διμοκριθηράκλειτος (1817), στην οποία ελέγχει αυστηρά τόσο τους κληρικούς όσο και τους αστούς υποστηρικτές των νέων ιδεών, και ο Γεώργιος Σακελλάριος (1765 -1838), που αξίζει να μνημονεύεται γιατί είναι από τους εισηγητές του προρομαντισμού στην Ελλάδα.
Ως «πρόδρομοι» χαρακτηρίζονται οι Αθανάσιος Χριστόπουλος, Ρήγας Φεραίος και Ιωάννης Βηλαράς για τον προδρομικό ρόλο τους στην διάδοση της παιδείας, την καλλιέργεια της δημοτικής γλώσσας και την επίδρασή τους σε μεταγενέστερους λογοτέχνες. Εμπνευσμένοι από τις ιδέες του διαφωτισμού είχαν στόχο τον φωτισμό του γένους και με πλούσιο πρωτότυπο και μεταφραστικό έργο στην δημοτική γλώσσα επιδιώξαν την πνευματική αναγέννηση του ελληνισμού.
Ο Ρήγας μετέφρασε λογοτεχνικά και επιστημονικά έργα και μετέφρασε ελεύθερα κάποια διηγήματα του Γάλλου Rétif de la Bretonne στο έργο του Σχολείον των ντελικάτων εραστών, στο οποίο ενσωμάτωσε πολλά φαναριώτικά ποιήματα. Ο Αθανάσιος Χριστόπουλος εξέδωσε το 1811 την συλλογή ποιημάτων Λυρικά, με ερωτικό, αρκαδικό και βακχικό περιεχόμενο, για τα οποία χαρακτηρίστηκε «ο νέος Ανακρέων». Λυρικά ποιήματα πιο κοντά στην δημοτική γλώσσα καθώς και σατιρικά έγραψε και ο Ιωάννης Βηλαράς, τα οποία εκδόθηκαν μετά τον θάνατό του.
Ο Βηλαράς αξίζει βέβαια να μνημονεύεται και για την μαχητική υπεράσπιση της δημοτικής και για τις πρωτοποριακές ιδέες του, όπως αυτή της καθιέρωσης της φωνητικής ορθογραφίας, τις οποίες υποστήριξε στο βιβλίο του Ρομέηκη γλόσα (1815).Στα τέλη του 18ου αι. παρατηρείται ακμή της ποίησης στην Ζάκυνθο και οι ποιητές της περιόδου χαρακτηρίζονται προσολωμικοί επειδή θεωρείται ότι με το έργο τους διαμόρφωσαν τις κατάλληλες συνθήκες για την πνευματική ανάπτυξη και την μελλοντική εμφάνιση και διαμόρφωση της επτανησιακής σχολής.
Η ποίηση αυτή είναι κυρίως πατριωτική και σατιρική. Τα σημαντικότερα έργα είναι οι Θούριοι του Αντώνιου Μαρτελάου και του Νικόλαου Κούρτσολα και οι σάτιρες του Αντώνιου Κατήφορου και του Νικόλαου Κουτούζη.4.Η νεότερη ελληνική λογοτεχνία (1821 έως σήμερα)4.1.Ρομαντικά χρόνια (1820-1880)Το μεγάλο γεγονός της Επανάστασης του 1821 επηρέασε σημαντικά τη λογοτεχνία των πρώτων χρόνων του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Μέσα στην δεκαετία του 1820 γράφτηκαν τα πρώτα ποιήματα με θέμα την Επανάσταση από δύο Επτανήσιους ποιητές, τον Σολωμό (Ύμνος εις την Ελευθερίαν, 1823) και τον Κάλβο (Λύρα, 1824, Λυρικά, 1826).
Η Επανάσταση αποτελούσε βασικό θέμα και στα ποιήματα των Αθηναίων ποιητών καθώς και σε αρκετά πεζογραφικά έργα των πρώτων χρόνων της περιόδου, ενώ το ρεύμα που καθόρισε την φυσιογνωμία της νεοελληνικής λογοτεχνίας ώς το 1880 ήταν ο ρομαντισμός, που επηρέασε το έργο τόσο των Αθηναίων όσο και των Επτανησίων ποιητών, αν και εμφανίστηκε με διαφορετικές μορφές στην Αθήνα και τα Επτάνησα. Ο ρομαντικός χαρακτήρας της Επτανησιακής σχολής άρχισε να αναγνωρίζεται τα τελευταία χρόνια[8], επειδή η παλαιότερη κριτική αντιμετώπιζε αρνητικά τον ελληνικό ρομαντισμό, καθώς τον ταύτιζε με την καθαρεύουσα και τους εκφραστικούς τρόπους της Α' Αθηναϊκής Σχολής.4.1.1.Η ποίηση σε Αθήνα και ΕπτάνησαΤις πρώτες δεκαετίες μετά την Επανάσταση η ποίηση αναπτύχθηκε σε δύο πόλους, τα Επτάνησα και την Αθήνα.
Η βασική διαφορά μεταξύ των δύο ποιητικών «σχολών» ήταν η χρήση της γλώσσας: οι σπουδαιότεροι Επτανήσιοι ποιητές έγραψαν στην δημοτική (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπήρχε μεγάλος αριθμός ποιητών που έγραφαν σε καθαρεύουσα γλώσσα), ενώ στην Αθήνα η γλώσσα της ποίησης γινόταν όλο και πιο αρχαΐζουσα, υπό την επίδραση των μεγαλοϊδεατικών τάσεων και της επιθυμίας να αναδειχθεί η ιστορική συνέχεια μεταξύ αρχαίων και νέων Ελλήνων• η καθαρεύουσα επιβαλλόταν εξάλλου και από τους Ποιητικούς διαγωνισμούς.
Ορόσημο για την εμφάνιση του ρομαντισμού της Α' Αθηναϊκής Σχολής είναι το 1831, έτος δημοσίευσης των ποιημάτων Οδοιπόρος του Παναγιώτη Σούτσου και Δήμος και Ελένη του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή. Η εξέλιξη της αθηναϊκής ρομαντικής ποίησης έχει διακριθεί σε τρεις φάσεις[9]: «τα χρόνια της εξόρμησης» (1830-1850), που είναι περίοδος διαμόρφωσης της φυσιογνωμίας, «τα χρόνια της ακμής» (1850-1870), όταν οι κυριότεροι εκπρόσωποι (Α. Σούτσος, Π. Σούτσος, Ραγκαβής) έχουν φτάσει στην ωριμότητα, ενώ εμφανίζονται και νεότεροι (Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος, Σπυρίδων Βασιλειάδης).
Τα χρόνια αυτά σηματοδοτούνται από την κυριαρχία των Ποιητικών διαγωνισμών του Πανεπιστημίου Αθηνών και την στροφή προς τον αρχαϊσμό. Η τελευταία δεκαετία ονομάζεται περίοδος της «παρακμής», γιατί τότε, και ενώ οι κυριότεροι εκπρόσωποι έχουν πεθάνει και οι Ποιητικοί διαγωνισμοί, φτάνουν σε ακραίες μορφές τα αρνητικά χαρακτηριστικά του ρεύματος (ατημέλητη έκφραση, υπερβολική μελαγχολία που έφτανε στην θανατολαγνεία). Κυρίαρχη ποιητική μορφή είναι ο Αχιλλέας Παράσχος, όμως μέσα στην δεκαετία αυτή εμφανίζονται και κάποιοι ποιητές που προαναγγέλλουν την εμφάνιση της Νέας Αθηναϊκής Σχολής, όπως ο Γεώργιος Βιζυηνός, ο Αριστομένης Προβελλέγγιος και ο Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος.Στα Επτάνησα η ποίηση ακολουθεί διαφορετικές κατευθύνσεις υπό την επίδραση κυρίως της μακρόχρονης επαφής με την ιταλική παιδεία.
Οι Επτανήσιοι ποιητές μπορούν, σχηματικά, να διακριθούν σε δύο ομάδες: τους «σολωμικούς ποιητές», που προσπάθησαν να ακολουθήσουν τον δρόμο του Διονύσιου Σολωμού, γράφοντας ποιήματα σε δημοτική γλώσσα με τον 15σύλλαβο του δημοτικού τραγουδιού ή σύντομες φόρμες της ιταλικής στιχουργίας, και τους ποιητές που ακολούθησαν προσωπικές επιλογές, όπως ο Ανδρέας Κάλβος, με την ιδιότυπη και μοναδικές στιχουργικές και γλωσσικές επιλογές του, ο Ανδρέας Λασκαράτος που συνέχισε την μακρά σατιρική παράδοση των Επτανήσων και ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης που έχει κοινά στοιχεία τόσο με τους Επτανήσιους ποιητές (δημοτική γλώσσα) όσο και με τους αθηναίους ρομαντικούς (ρητορεία και στόμφος).4.1.2.Η πεζογραφίαΕμμανουήλ Ροΐδης, ένας από τους γνωστότερους πεζογράφους του 19ου αι.
Η πεζογραφία μέχρι το 1880 καλλιεργήθηκε κυρίως στην Αθήνα και σε άλλα πνευματικά κέντρα όπως η Σύρος ή η Κωνσταντινούπολη, όχι όμως και στα Επτάνησα (με ελάχιστες εξαιρέσεις όπως Τα μυστήρια της Κεφαλλονιάς του Λασκαράτου και η Αυτοβιογραφία της Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου). Τα χρόνια αυτά είναι τα χρόνια της διαμόρφωσης του νεοελληνικού μυθιστορήματος και τα έργα παρουσιάζουν ποικιλία στην μορφή και το περιεχόμενο. Τα κυρίαρχα θέματα είναι περιπετειώδεις ερωτικές ιστορίες ή ιστορικά γεγονότα από την Επανάσταση ή παλιότερες περιόδους της ελληνικής ιστορίας, αλλά είναι εμφανής κάποιες φορές και η σατιρική ή η κριτική διάθεση.
Η γλώσσα των κειμένων είναι η καθαρεύουσα με αρκετές διαβαθμίσεις από απλούστερες μορφές έως ακραία αρχαΐζουσα γλώσσα, ενώ παρατηρείται κάποιες φορές και προσπάθεια απόδοσης του προφορικού λόγου και των ιδιωματισμών. Το πιο διάσημο σήμερα έργο της περιόδου είναι η Πάπισσα Ιωάννα του Ροΐδη• άλλα έργα που ξεχώρισαν είναι ο Αυθέντης του Μορέως του Ραγκαβή, ο Θάνος Βλέκας του Παύλου Καλλιγά, η Στρατιωτική Ζωή εν Ελλάδι του Χαρίλαου Δημόπουλου και ο Λουκής Λάρας του Δημήτριου Βικέλα, ενώ μυθιστορήματα που ήταν δημοφιλή τότε, όπως η Ορφανή της Χίου και η Ηρωίς της Ελληνικής Επαναστάσεως ξεχάστηκαν 4.2.1880-1930Η χρονολογία 1880 σηματοδοτεί μία σημαντική στροφή τόσο στην ποίηση όσο και στην πεζογραφία. Νέα ευρωπαϊκά ρεύματα, όπως ο παρνασσισμός, ο συμβολισμός ο ρεαλισμός και ο νατουραλισμός, είναι πλέον πηγές έμπνευσης των λογοτεχνών, ενώ η ανάπτυξη της επιστήμης της Λαογραφίας οδηγεί σε θεματική ανανέωση των λογοτεχνικών έργων.
Παράλληλα η δημοτική καθιερώνεται στην ποίηση πρώτα και αργότερα και στην πεζογραφία. Η χρονιά 1930 είναι επίσης οριακή, αφού τότε εμφανίζονται τα πρώτα δείγματα του μοντερνισμού στην ποίηση και την πεζογραφία. Το χρονικό διάστημα μεταξύ των ετών 1880-1930 χαρακτηρίζεται από πλούσια παραγωγή ποιητικών και πεζών έργων, την εμφάνιση πολλών και σημαντικών λογοτεχνών και την κυριαρχία ποικίλων τάσεων.4.2.1Η ποίησηΤο 1880 εκδίδονται δύο ποιητικές συλλογές που σηματοδοτούν την εμφάνιση της Νέας Αθηναϊκής Σχολής: οι Στίχοι του Νίκου Καμπά και οι Ιστοί Αράχνης του Γεώργιου Δροσίνη. Η τεχνοτροπική αλλαγή και η απομάκρυνση από τον αθηναϊκό ρομαντισμό είναι εμφανής: η γλώσσα των ποιημάτων είναι δημοτική, τα θέματα είναι οικεία, καθημερινά, και οι τόνοι χαμηλοί. Ο κυριότερος εκπρόσωπος της γενιάς αυτής όμως είναι ο Κωστής Παλαμάς, που κυριάρχησε στην νεοελληνική πνευματική ζωή για τις επόμενες δεκαετίες. Το ποιητικό του έργο είναι πλούσιο και ποικίλο: εμπνέεται από θέματα καθημερινά, από την εσωτερική ζωή, από ιστορικά γεγονότα ή από την επικαιρότητα, γράφει είτε σύντομα ποιήματα είτε μεγαλύτερες, επικολυρικές συνθέσεις (Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου, Η Φλογέρα του Βασιλιά), φροντίζοντας πάντα για την μορφική αρτιότητα του στίχου και εμπνεόμενος από την νεοελληνική ποιητική παράδοση αλλά και από τα σύγχρονα ευρωπαϊκά ρεύματα. Από τους πρώτους ποιητές της Γενιά του 1880, μόνο ο Παλαμάς παρουσίασε σημαντική εξέλιξη στην ποιητική του, ενώ σύντομα εμφανίστηκαν νεότεροι ποιητές που συνέχισαν την ανανέωση ακολουθώντας τα ρεύματα του παρνασσισμού (τα σονέτα του Κωνσταντίνου Θεοτόκη, του Λορέντζου Μαβίλη και του Ιωάννη Γρυπάρη) και του συμβολισμού (Κωνσταντίνος Χατζόπουλος, Λάμπρος Πορφύρας) ή δικούς τους εκφραστικούς δρόμους (Μιλτιάδης Μαλακάσης, Κώστας Κρυστάλλης).
Τα χρόνια γύρω στα 1910, όταν ο Κωστής Παλαμάς έγραφε τις κεντρικές ποιητικές συνθέσεις του, τον Δωδεκάλογο του Γύφτου και την Φλογέρα του Βασιλιά, στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου έφτανε στην ωριμότητά του ο Κ.Π.Καβάφης, ο οποίος όμως έγινε ευρύτερα γνωστός στην Αθήνα μετά το 1920, κυρίως εξαιτίας της ιδιότυπης, για την ποιητική παράδοση της εποχής, γραφής του, με την καθαρεύουσα γλώσσα και τον σχεδόν πεζολογικό τόνο. Τα ίδια χρόνια όμως εμφανίστηκαν και νεότεροι ποιητές που ακολούθησαν προσωπικούς δρόμους και διαφοροποιήθηκαν από την ποίηση του Παλαμά.
Ο πρώτος από αυτούς ήταν ο Άγγελος Σικελιανός με το εκτενές ποίημα «Αλαφροΐσκιωτος» το 1909, το οποίο ακολούθησαν πολλά εκτενή ή συντομότερα ποιήματα με χαρακτηριστικό τους τον πληθωρικό λυρισμό αλλά και την μερική αποδέσμευση από τον παραδοσιακό στίχο. Συνομήλικος του Σικελιανού ήταν ο Κώστας Βάρναλης ο οποίος έδωσε τα χαρακτηριστικότερα έργα του, στα οποία εκφράζονται οι αριστερές ιδεολογικές του πεποιθήσεις, μετά το 1920.
Παράλληλα όμως, τα χρόνια του μεσοπολέμου έκανε την εμφάνισή της και μια ομάδα ποιητών που είχαν γεννηθεί περίπου στα 1890, οι οποίοι εξέφρασαν την απογοήτευση από την Μικρασιατική καταστροφή και την αποτυχία της «Μεγάλης Ιδέας» με μία ποίηση η οποία χαρακτηρίστηκε νεορομαντική ή νεοσυμβολιστική, με κύριο χαρακτηριστικό την απογοήτευση και την έλλειψη ιδανικών. Ο σημαντικότερος εκφραστής αυτών των αναζητήσεων ήταν ο Κώστας Καρυωτάκης.4.2.2.
Η πεζογραφίαΠεζογραφία 1880-1930Μετά το 1880 σημειώνεται αλλαγή στην θεματολογία και στον τρόπο πραγμάτευσης του υλικού από τους πεζογράφους. Ενώ κατά τα προηγούμενα χρόνια επικρατούσαν τα ρομαντικά-ερωτικά ή τα ιστορικά μυθιστορήματα, οι συγγραφείς μετά το 1880 καλλιέργησαν κυρίως το διήγημα και στράφηκαν σε θέματα από την καθημερινή ζωή της επαρχίας αρχικά και αργότερα των μεγαλουπόλεων. Η πεζογραφική παραγωγή της περιόδου χαρακτηρίζεται συνήθως με τον όρο ηθογραφία, που αναφέρεται στην πιστή αναπαράσταση των ηθών και του τρόπου ζωής μιας κοινότητας.Χρονολογία-σταθμός θεωρείται το έτος 1883, όταν δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Εστία το πρώτο διήγημα του Γεώργιου Βιζυηνού,
Το αμάρτημα της μητρός μου, ενώ ένα μήνα αργότερα προκηρύχθηκε από το ίδιο περιοδικό διαγωνισμός για συγγραφή διηγήματος. Η προκήρυξη παρότρυνε τους συγγραφείς να αξιοποιήσουν θέματα από την παραδοσιακή ζωή του λαού ή την ελληνική ιστορία και, παρόλο που τα διηγήματα που γράφτηκαν με αφορμή των διαγωνισμό δεν ήταν όλα επιτυχημένα, ή αρκετά από αυτά δεν ήταν τόσο διηγήματα όσο συλλογή λαογραφικού υλικού, η συγκεκριμένη θεματολογία επικράτησε κατά τις επόμενες δεκαετίες, με δύο γενικές κατευθύνσεις στον τρόπο αντιμετώπισης του θέματος: αφ’ ενός την ωραιοποιημένη και ειδυλλιακή απεικόνιση του αγροτικού τρόπου ζωής, με συχνή την πληθώρα λαογραφικών στοιχείων (όπως τα έργα των Γ. Δροσίνη, Κ. Κρυστάλλη κ.α.) και αφ’ ετέρου τις ποικιλότερες προοπτικές, όπως η ψυχογραφία (Γ. Βιζυηνός) ή ο ρεαλισμός και ο νατουραλισμός (Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Ανδρέας Καρκαβίτσας).
Αυτοί οι τρεις συγγραφείς θεωρούνται οι κορυφαίοι αυτής της κατεύθυνσης. Από αυτούς, οι δύο πρώτοι έμειναν πιστοί στην καθαρεύουσα, ενώ ο Καρκαβίτσας στράφηκε γρήγορα προς την δημοτική, για την χρήση της οποίας στην πεζογραφία άνοιγαν νέοι ορίζοντες με Το Ταξίδι μου του Ψυχάρη και την σημαντικότερη απόπειρα του Παλαμά να γράψει πεζό κείμενο, το διήγημά του Θάνατος Παλληκαριού.Γύρω στα 1900 παρουσιάζεται μία νέα στροφή στην θεματική, αυτήν την φορά προς αστικά περιβάλλοντα.
Ένας από τους πρωτεργάτες της «αστικής πεζογραφίας» είναι ο Γρηγόριος Ξενόπουλος που αναπαριστά στα μυθιστορήματά του το αστικό περιβάλλον της Αθήνας και της Ζακύνθου. Παράλληλα αρχίζουν να γράφονται έργα με εντονότερες κοινωνικές προοπτικές και νατουραλιστικές επιδράσεις που τοποθετούνται σε αστικά περιβάλλοντα όχι μόνο της Αθήνας αλλά και άλλων πόλεων, όπως τα έργα των Κώστα Χατζόπουλου και Κων/νου Θεοτόκη, (βλ. για παράδειγμα Πίστομα). Τη δεκαετία του 1920, ενώ οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι της προηγούμενης γενιάς (Παπαδιαμάντης, Καρκαβίτσας, Θεοτόκης κ.α.) έχουν πεθάνει, εμφανίζονται κάποιοι πεζογράφοι που αργότερα έπαιξαν σημαντικό ρόλο ως εκπρόσωποι της γενιάς του '30, οι οποίοι είτε εμπνέονται από τις πρόσφατες εμπειρίες του Α' Παγκοσμίου πολέμου και της μικρασιατικής καταστροφής (Στράτης Μυριβήλης, Ηλίας Βενέζης), είτε ακολουθούν άλλους δρόμους, όπως ο Φώτης Κόντογλου με την«εξωτική» ιστορία Pedro Cazaz και ο Θράσος Καστανάκης με τον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα των μυθιστορημάτων του.4.3.
Η Γενιά του ’30 και η λογοτεχνία μέχρι το τέλος του εμφυλίουΤα χρόνια γύρω στο 1930 είναι τα χρόνια εμφάνισης μοντερνιστικών τάσεων στην ποίηση και την πεζογραφία, γι’ αυτό και οι συγγραφείς που πρωτοδημοσίευσαν έργα με ανανεωτική διάθεση εκείνη την περίοδο ή και λίγο νωρίτερα, εντάσσονται στην λεγόμενη «Γενιά του ’30». Το βασικό χαρακτηριστικό της ποιητικής ανανέωσης είναι η καθιέρωση του ελεύθερου στίχου και η εισαγωγή του υπερρεαλισμού, ενώ στην πεζογραφία καλλιεργείται ιδιαιτέρως το αστικό μυθιστόρημα και εμφανίζονται κάποιες μοντερνιστικές τάσεις όπως ο εσωτερικός μονόλογος.4.3.1.Η ποίηση της Γενιάς του '30Η ποιητική γενιά του ’30 συνδέεται με την πλήρη αποδέσμευση από τον παραδοσιακό στίχο. Δείγματα ελεύθερου στίχου πρωτοεμφανίστηκαν μέσα στην δεκαετία του ’20, με τα ποιήματα του Τ.Κ. Παπατσώνη, ενώ γύρω στα τέλη της δεκαετίας και στις αρχές της δεκαετίας του ’30 πύκνωσαν οι εκδόσεις ποιημάτων με ελεύθερο στίχο: το 1929 εκδόθηκαν ποιήματα του Αναστάσιου Δρίβα, το 1930 η συλλογή Στου γλυτωμού του χάζι του Θεόδορου Ντόρρου, το 1933 τα ποιήματα του Νικήτα Ράντου και το 1933 του Γιώργου Σαραντάρη. Αντίθετα ποιητές που πρωταγωνίστησαν αργότερα στην «γενιά του ’30» με ποιήματα σε ελεύθερο στίχο ξεκίνησαν με παραδοσιακό, όπως ο Γιώργος Σεφέρης στις δύο πρώτες συλλογές του, Στροφή (1931) και Στέρνα (1932) και ο Γιάννης Ρίτσος στην συλλογή Τρακτέρ (1934) και τον Επιτάφιο (1936).
Ο πιο σημαντικός σταθμός στην ποίηση της «γενιάς του ’30» είναι το έτος 1935. Εκείνη την χρονιά, που κατά σύμπτωση δημοσιεύεται και η τελευταία συλλογή του Παλαμά, ιδρύεται το περιοδικό Νέα Γράμματα, με το οποίο συνεργάζονται οι κυριότεροι εκπρόσωποι της γενιάς, εκδίδεται το Μυθιστόρημα του Σεφέρη, δημοσιεύονται τα πρώτα ποιήματα του Ελύτη και εισάγεται στην Ελλάδα ο υπερρεαλισμός με την Υψικάμινο του Εμπειρίκου. Μέσα στην ίδια δεκαετία δημοσίευσαν τα πρώτα ποιήματα σε ελεύθερο στίχο ο Ρίτσος και ο Βρεττάκος και πρωτοεμφανίστηκε και ο δεύτερος σημαντικός εκπρόσωπος του υπερρεαλισμού, ο Νίκος Εγγονόπουλος.4.3.2.Η πεζογραφία της γενιάς του '30Ο Κωνσταντίνος Χατζόπουλος, ένας από τους πρώτους εκπροσώπους της κοινωνικής πεζογραφίαςΟι πεζογράφοι που εντάσσονται στην «Γενιά του '30» είναι σύνολο συγγραφέων με συχνά διαφορετικά χαρακτηριστικά, αλλά με κοινό στόχο την ανανέωση της πεζογραφίας.
Οι γενικές τάσεις που επικράτησαν μπορούν να διακριθούν σε τρεις ομάδες: πεζογράφους με καταγωγή από την Μικρά Ασία,που εμφανίστηκαν ήδη από την δεκαετία του '20 και έμειναν πιο κοντά στην παράδοση, εμπνεόμενοι κυρίως από τον τόπο καταγωγής τους και οι οποίοι συχνά αποκαλούνται «Αιολική Σχολή» (Στράτης Μυριβήλης, Ηλίας Βενέζης, Φώτης Κόντογλου και Στρατής Δούκας), τους πεζογράφους που ακολούθησαν κυρίως την τάση του αστικού ρεαλιστικού μυθιστορήματος (Γιώργος Θεοτοκάς, Άγγελος Τερζάκης, Μ. Καραγάτσης κ.α.) και τέλος πεζογράφους που εισήγαγαν μοντερνιστικές τάσεις όπως η παραβίαση των ρεαλιστικών συμβάσεων και νέες αφηγηματικές τεχνικές όπως ο εσωτερικός μονόλογος. Αυτή η ομάδα συχνά ονομάζεται «Σχολή της Θεσσαλονίκης», επειδή οι κύριοι εκπρόσωποι (Στέλιος Ξεφλούδας, Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης κ.α.) έζησαν και έδρασαν στην Θεσσαλονίκη.Μία αξιοσημείωτη τάση που παρατηρείται στην πεζογραφία της γενιάς του '30 μετά την δικτατορία του Μεταξά το 1936 είναι η στροφή πολλών συγγραφέων στο άμεσο ή απώτερο παρελθόν, δηλαδή σε αναμνήσεις από την παιδική τους ηλικία (για παράδειγμα ο Λεωνής του Θεοτοκά) ή ιστορικά μυθιστορήματα (όπως η Πριγκηπέσσα Ιζαμπώ του Τερζάκη).
Αυτή η στροφή ερμηνεύεται ως εθελοντική «λογοκρισία» των συγγραφέων απέναντι στο καθεστώς αλλά σχετίζεται και με την αναζήτηση της εθνικής ταυτότητας και την αξιοποίηση της παράδοσης.4.3.3.Η λογοτεχνία κατά την διάρκεια της Κατοχής και του εμφυλίουΟι εμπειρίες του πολέμου επέδρασαν άμεσα στην λογοτεχνία της εποχής, και κυρίως στην ποίηση: σε πολλά ποιήματα που γράφτηκαν κατά την διάρκεια της δεκετίας 1940 γίνονται αναφορές στο ιστορικό παρόν, είτε ευθέως, όπως στο Άσμα ηρωικό και πένθιμον.


Αντιγραφή απο: :
Μιχαλάκης Πρόδρομος
www.pasp-filologikou.blogspot.com

Αρχαία Ελληνική Λογοτεχνία

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
από το «Α» έως το «Ω»
Αρχαία ελληνική λογοτεχνία


Ο όρος αρχαία ελληνική λογοτεχνία αναφέρεται στα γραπτά λογοτεχνικά μνημεία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας με όρια τον 8ο αι. π.Χ. και τα μέσα περίπου του 4ου αι. (ίδρυση της Κωνσταντινούπολης). Τα προγενέστερα γραπτά μνημεία, δηλαδή οι πινακίδες σε γραμμική Β είναι έγγραφα χωρίς λογοτεχνικό χαρακτήρα, γι' αυτό στις απαρχές της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας τοποθετούνται τα έργα του Ομήρου που συντέθηκαν τον 8ο αι. π.Χ.[1] Το όριο της μεταφοράς της πρωτεύουσας της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας στην Κωνσταντινούπολη είναι συμβατικό, καθώς δεν υπάρχει μία ριζική τομή στη λογοτεχνική παραγωγή: τα παλαιότερα ρεύματα συνέχισαν να συνυπάρχουν με τα νεότερα για ένα διάστημα, σε έργα συγγραφέων όπως ο Νόννος (Διονυσιακά), ο Μουσαίος (Τα καθ' Ηρώ και Λέανδρον) και ο Πρόκλος.[2]

Η αρχαία ελληνική λογοτεχνία διακρίνεται συμβατικά στις εξής μικρότερες περιόδους:
• την ομηρική εποχή (8ος αι. π.Χ.)
• την αρχαϊκή εποχή (7ος - 6ος αι. π.Χ.)
• την κλασική εποχή (από την εγκαθίδρυση της αθηναϊκής δημοκρατίας έως το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, 508 π.Χ.-323 π.Χ.)
• την ελληνιστική εποχή (από το 323 π.Χ. έως τη ναυμαχία του Ακτίου, 31 π.Χ.)
• την ελληνορωμαϊκή ή αυτοκρατορική εποχή (31 π.Χ. έως 330 μ.Χ.)


1.Η ομηρική ποίηση και ο τρωικός κύκλος

Τα πρώτα έντεχνα γραπτά μνημεία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας είναι τα έπη Ιλιάδα και Οδύσσεια, που αποδίδονται στον Όμηρο, ποιητή για τον οποίο ελάχιστες πληροφορίες είναι γνωστές, ενώ δεν είναι βέβαιο ούτε το με ποιον τρόπο συνέθεσε ή έγραψε τα δύο έπη, ούτε αν έγραψε ο ίδιος και τα δύο. Το βέβαιο είναι ότι η σύνθεσή τους μπορεί να τοποθετηθεί στον 8ο αι., η Ιλιάδα είναι δύο ή τρεις δεκαετίες προγενέστερη και είναι και τα δύο το αποκορύφωμα μιας προφορικής επικής παράδοσης που δεν σώζεται σήμερα, από την οποία έχουν αντλήσει θέματα και στοιχεία τεχνικής, χωρίς όμως να είναι σίγουρο το αν ήταν αποτέλεσμα αποκλειστικά προφορικής σύνθεσης ή αν χρησιμοποιήθηκε η γραφή σε κάποιο βαθμό, ούτε το πότε καταγράφηκαν για πρώτη φορά.
Η Ιλιάδα εξιστορεί τα γεγονότα του δέκατου χρόνου του πολέμου μέχρι το θάνατο του Έκτορα, εστιάζοντας στην οργή (μῆνιν) του Αχιλλέα εναντίον του Αγαμέμνονα για τη μοιρασία των λαφύρων, και καλύπτει 51 ημέρες δράσης. Η Οδύσσεια εξιστορεί όλες τις περιπέτειες του Οδυσσέα μέχρι την επιστροφή του στην Ιθάκη αλλά όχι με ευθύγραμη χρονική σειρά: ξεκινά από τις τελευταίες ημέρες της απουσίας του, όταν έφυγε από την Ωγυγία και ναυάγησε στη Φαιακίδα. Εκεί ο ήρωας διηγείται τις προηγούμενες περιπέτειές του σε μια εγκιβωτισμένη αφήγηση και στη συνέχεια αναχωρεί για την Ιθάκη, σκοτώνει τους μνηστήρες και επανακτά το θρόνο του.
Η Ιλιάδα και η Οδύσσεια δεν ήταν τα μόνα έπη που γράφτηκαν. Υπήρχε μια σειρά άλλων κειμένων που αποτελούσαν τον λεγόμενο επικό κύκλο, για τα οποία μας δίνει πληροφορίες ο Πρόκλος ο Νεοπλατωνικός στο έργο του Χρηστομαθεία γραμματική. Τα έπη του κύκλου αυτού ήταν η Τιτανομαχία, του Αρκτίνου του Μιλήσιου ή του Εύμηλου του Κορίνθιου, με περιεχόμενό τη θεογονία και τη σύγκρουση των θεών ώς την εγκατάσταση του Δία, τα τρία έπη του θηβαϊκού κύκλου (Οιδιπόδεια που αποδίδεται στον Κιναίθωνα τον Λακεδαιμόνιο, Θηβαΐδα και Επίγονοι που είχαν αποδοθεί στον Όμηρο), τα οποία εξιστορούν την ιστορία του Οιδίποδα και την εκστρατεία των Αργείων εναντίον της Θήβας και τέλος τα έπη του τρωικού κύκλου (Κύπρια, Αιθιοπίς, Μικρά Ιλιάς, Ιλίου πέρσις, Νόστοι, Τηλεγόνεια), που εξιστορούν τον τρωικό πόλεμο από την προϊστορία μέχρι το τέλος του, την επιστροφή των Ελλήνων και το θάνατο του Οδυσσέα από το γιο που είχε αποκτήσει με την Κίρκη.
Στον Όμηρο αποδόθηκαν επίσης κάποια έργα του επικού κύκλου, αρκετοί θρησκευτικοί ύμνοι (οι λεγόμενοι «ομηρικοί ύμνοι»), η επική παρωδία Βατραχομυομαχία και η κωμική αφήγηση Μαργίτης. Η σύγχρονη έρευνα αρνείται αυτές τις πληροφορίες.

2.Αρχαϊκή εποχή

Χαρακτηριστικό της πνευματικής ζωής της αρχαϊκής περιόδου είναι η γεωγραφική διασπορά της πνευματικής ζωής σε πολλά κέντρα: Ιωνία, Σικελία, Αθήνα, νησιά του Αιγαίου, Σπάρτη.[3] Εκτός από τη συνέχεια της επικής παράδοσης, σημειώνεται μεγάλη άνθηση της λυρικής ποίησης: ολόκληρη η περίοδος έχει χαρακτηριστεί «λυρική εποχή της Ελλάδας».[4] Ο χώρος ανάπτυξης της λυρικής ποίησης ήταν το αριστοκρατικό περιβάλλον. Αρκετοί ποιητές είχαν ενεργή πολιτική δράση και κάποιοι σχετίστηκαν με τυράννους που προστάτευαν τα γράμματα και τις τέχνες (Αρίων, Στησίχορος, Ανακρέων), ενώ άλλοι εξέφρασαν την αντίθεσή τους (Αλκμάν, Ιππώναξ).[5] Στην Ιωνία, απ' όπου προήλθε το έπος, ξεκίνησε και η ανάπτυξη του πεζού λόγου, με τους λογογράφους, προδρόμους της ιστοριογραφίας, και τους πρώτους φιλοσόφους. Στην Αθήνα στο τέλος της αρχαϊκής εποχής άρχισε να διαμορφώνεται η δραματική ποίηση

2.1.Ησίοδος και άλλοι επικοί

Με τον Ησίοδο περνούμε από το ηρωικό στο διδακτικό έπος. Ήδη η αρχαιότητα μνημόνευε παράλληλα τον Όμηρο και τον Ησίοδο και έλεγαν μάλιστα ότι πήραν μέρος σε κοινό ποιητικό αγώνα όπου, αν και οι στίχοι του Ομήρου θεωρήθηκαν ωραιότεροι, βραβεύτηκε ο Ησιόδος επειδή το έργο του εξυμνούσε την ειρηνική ζωή.[6] Ο Ηρόδοτος (Ιστορίαι, 2.52), είχε πει ότι δυο επικοί ποιητές ήταν εκείνοι που δημιούργησαν τους θεούς για τους Έλληνες.[7] Ανάμεσα όμως στους δυο ποιητές υπάρχουν πράγματι ομοιότητες, όπως η κοινή λογοτεχνική παράδοση, το μέτρο και η γλώσσα, αλλά και σημαντικές διαφορές που οφείλονται στις διαφορετικές πνευματικές καταβολές: ο Όμηρος διακρίνεται από το ιωνικό πνεύμα, ενώ αντίθετα ο Ησίοδος, μεγαλωμένος στην αιολική Βοιωτία, σε αγροτικό περιβάλλον, είχε διαφορετική πνευματική συγκρότηση.[8] Η Θεογονία του Ησίοδου αφηγείται τη γένεση του κόσμου και των θεών και το Έργα και Ημέραι, με αφορμή μια διαφωνία του ποιητή με τον αδερφό του για την πατρική κληρονομιά, πραγματεύεται θέματα της καθημερινής ζωής, κυρίως της ζωής των αγροτών, αλλά και ευρύτερα ηθικά ζητήματα.
Κατά τον 7ο και 6ο αι. π.Χ. γράφτηκαν και άλλα έπη, από τα οποία υπάρχουν λίγες μνείες και ελάχιστα δείγματα. Στην Κόρινθο ακμάζει ο Εύμηλος, για τον οποίο λεγόταν ότι ήταν από τη μεγάλη γενιά των Βακχιαδών. Τα Κορινθιακά του είναι διήγηση της μυθικής προϊστορίας της γενέτειρας. Έγραψε επίσης Τιτανομαχία, όπου εμφανίζει τον θαλασσινό θεό Αιγαίωνα σαν βοηθό των Τιτάνων, και άλλα δύο έπη, την Ευρωπία και τη Βουγωνία, για τις οποίες δεν έχουμε πληροφορίες. Ακόμη παραδίδονται δύο εξάμετροι στίχοι σε αιολική διάλεκτο από ένα προσόδιο, που έλεγαν ότι το συνέθεσε για τη γιορτή του Απόλλωνα με προτροπή του βασιλιά της Μεσσηνίας Φιντία. Η Φορωνίδα, έργο ανώνυμου συγγραφέα, εξιστορούσε την προϊστορία της Αργολίδας. Ο Καρκίνος από τη Ναύπακτο συνέθεσε τα Ναυπακτιακά που διηγούνταν συμβάντα από την αργοναυτική εκστρατεία. Για τον Λακεδαιμόνιο Κιναίθωνα, γνωρίζουμε ότι έγραψε ποίημα για τον Ηρακλή και άλλα με γενεαλογικά θέματα. Στην Ποιητική του ο Αριστοτέλης επικρίνει τους ποιητές επών, όπως είναι η Ηρακληίδα και η Θησηίδα, γιατί δε μπορούν να διαγράψουν τα σύνορα του θέματός τους. Άλλοι επικοί ποιητές, για τους οποίους όμως δε γνωρίζομε πολλά πράγματα, είναι ο Άσιος, που ασχολήθηκε με γενεαλογικά θέματα, ο Πείσανδρος από τη Ρόδο και ο Πεισίνος από τη Λίνδο έγραψαν έπη για τον Ηρακλή. Το τελευταίο δείγμα τέτοιας επικής ποίησης ήταν η Ηράκλεια, με 14 βιβλία, του Πανύαση από την Αλικαρνασσό, θείου του Ηροδότου. Τελευταίος επικός ποιητής φαίνεται ότι είναι ο Πανυάσης ο Αλικαρνασσεύς, ο οποίος έγραψε την "Ηράκλεια" σε 14 βιβλία. Ο Ηρόδοτος ήταν ανιψιός του. Ο Πανύασης έγραψε επίσης τα Ιωνικά, που μάλλον εξιστορούσαν την ίδρυση των ιωνικών αποικιών. Τέλος, ο Φωκυλίδης ο Μιλήσιος συνέχισε την παράδοση της γνωμικής διδασκαλίας του Ησιόδου και συνέθεσε αποφθέγματα σε εξαμέτρους στίχους. Από αυτούς τους ποιητές φαίνεται ότι διακρίθηκαν ο Πανύασης, ο Πείσανδρος και ο Αντίμαχος, που συμπεριελήφθηκαν από αρχαίους κριτικούς στον κανόνα των πέντε κλασικών επικών ποιητών μαζί με τον Όμηρο και τον Ησίοδο.[9]

2.2.Λυρική Ποίηση

Η σημασία της «λυρικής ποίησης» στην αρχαιότητα ήταν τραγούδι που συνοδευόταν από λύρα και περιελάμβανε δύο είδη, τη χορική ποίηση και τη μονωδία. Η μουσική («μέλος»)και το τραγούδι ήταν αλληλένδετα με την ποίηση. Δύο άλλα είδη, που σήμερα έχει καθιερωθεί να κατατάσσονται στη λυρική ποίηση, η ελεγεία και ο ίαμβος, συνοδεύονταν από άλλα όργανα: η ελεγειακή από τον αυλό και ο ίαμβος από την ιαμβίκη και τον κλεψίαμβο. Φαίνεται ακόμη, ότι σχετικά νωρίς ανεξαρτηροποιήθηκαν από το τραγούδι.[10]
Τα πρώτα γραπτά μνημεία της λυρικής ποίησης που έχον σωθεί, από τον 7ο αι. π.Χ., είχαν τις ρίζες τους σε μια παράδοση τραγουδιών που συνόδευαν θρησκευτικές τελετές, καθημερινές δραστηριότητες ή λαϊκά έθιμα, όπως ένα λαϊκό τραγούδι για το άλεσμα, το ροδιακό χελιδόνισμα και τα επιθαλάμια τραγούδια, από τα οποία επηρεάστηκε η Σαπφώ.[11]
Οι αλεξανδρινοί φιλόλογοι είχαν απαρτίσει έναν «κανόνα» εννέα λυρικών ποιητών, που περιελάμβανε τον Αλκαίο, τη Σαπφώ, τον Ανακρέοντα, τον Αλκμάνα, τον Στησίχορο, τον Ίβυκο, τον Σιμωνίδη, τον Βακχυλίδη και τον Πίνδαρο.
Η λυρική ποίηση με τη σημερινή σημασία μπορεί να διακριθεί σε επιμέρους κατηγορίες με διάφορα κριτήρια (περιεχόμενο, μετρική μορφή, τρόπο παρουσίασης και συνοδείας).

2.2.1.Η ελεγεία

Για τις ρίζες και τον δημιουργό της ελεγείας οι αρχαίες μαρτυρίες είναι συγκεχυμένες. Ο Οράτιος στην ποιητική τέχνη (Ars poetica 77) αναφέρει ότι οι γραμματικοί διαφωνούσαν για τον δημιουργό της. Η επικρατούσα άποψη ήταν ότι οι ρίζες της βρίσκονται στον νεκρικό θρήνο. Πράγματι δεν είναι απίθανο στις περιοχές της Λυδίας και της Φρυγίας, απ' όπου φαίνεται ότι προήλθε η ελεγεία, αρχικά να είχε αυτή τη σημασία. Εξάλλου ο Ευριπίδης αναφέρει τη λέξη ἔλεγος με τη σημασία του θρήνου. Όμως τα πρώτα δείγματα που γνωρίζουμε έχουν διαφορετικό περιεχόμενο.[12] Η λέξη ἐλεγεῖον εμφανίζεται για πρώτη φορά τον 5ο αι. για να χαρακτηρίσει τη στιχουργική μορφή του πεντάμετρου. Ο ιαμβικός πεντάμετρος αποτελείται από δύο ημιστίχια του εξαμέτρου κομμένα στην πενθημιμερή τομή και τοποθετημένα στη σειρά σαν ενιαίος στίχος. Συνήθως αυτός ο πεντάμετρος στίχος συνδυαζόταν με έναν εξάμετρο και σχημάτιζε το ελεγειακό δίστιχο.
Ο πρώτος εκπρόσωπος της ελεγείας είναι ο Καλλίνος ο Εφέσιος (περίπου στο μέσον του 7ου αι. π.Χ.). Τα έργα του, όπως και τα έργα του λίγο νεότερου Τυρταίου που έδρασε στη Σπάρτη, είναι πολεμικές ελεγείες που εμψυχώνουν για τη μάχη, προβάλλοντας ηρωικά ιδανικά που δεν απέχουν πολύ από τα ομηρικά. Περισσότερο αφηγηματικό περιεχόμενο έχουν οι ελεγείες του Μίμνερμου του Κολοφώνιου (γύρω στο 600 π.Χ.). Ο Σόλων συνέθεσε πολλές ελεγείες στις οποίες ανέπτυσσε τις πολιτικές ιδέες του και το μεταρρυθμιστικό του πρόγραμμα. Τέλος, έλεγείες με γνωμικό τόνο έγραψε ο Θέογνις (περ. 570-500 π.Χ.)

2.2.2.Ο Ίαμβος

Οι ρίζες του ίαμβου βρίσκονται στις βωμολοχικές εκδηλώσεις που συνόδευαν τη λατρεία της
γονιμότητας. Επειδή η μορφή που χρησιμοποιούσαν ήταν ο ίαμβος, η έκφραση με ιάμβους ισοδυναμούσε με υβριστική πράξη.[13] Ο πρώτος ποιητής που χρησιμοποίησε την ιαμβική μορφή σε ποίηση, χωρίς να την απομακρύνει από τον κριτικό χαρακτήρα της, ήταν ο Αρχίλοχος από την Πάρο (7ος αι. π.Χ.). Στους ιάμβους του αντιτίθεται στις καθιερωμένες αριστοκρατικές αντιλήψεις και τα ηρωικά-πολεμικά ιδεώδη: δεν διστάζει να δηλώσει τη χαρά του που έσωσε τη ζωή του οταν σε μια μάχη πέταξε την ασπίδα του και τράπηκε σε φυγή. Απαισιόδοξη αντίληψη για τον κόσμο εκφράζει στους ιάμβους του ο Σημωνίδης ο Αμοργίνος. Στον ίαμβο των γυναικών παρουσιάζει τις γυναίκες σαν το μεγαλύτερο από όλα τα κακά της ανθρώπινης ζωής. Ένας άλλος σημαντικός ιαμβογράφος, ο Ιππώναξ ο Εφέσιος, στους ιάμβους του διεκτραγωγεί τη φτώχια του ή κακολογεί τους εχθρούς του, με ρεαλισμό, χιούμορ και αθυροστομία.

2.2.3.Το αιολικό μέλος

Η Λέσβος είχε μεγάλη φήμη ως μουσικό νησί: σύμφωνα με το μύθο, όταν οι γυναίκες της Θράκης διαμέλισαν τον Ορφέα, το κεφάλι και η λύρα του θάφτηκαν στη Λέσβο. Αυτή η φήμη οφείλεται στους μεγάλους λυρικούς ποιητές Σαπφώ και Αλκαίο[14], όμως πριν από αυτούς εκεί γεννήθηκε και ένας άλλος λυρικός ποιητής, ο Τέρπανδρος, ο οποίος κατά την πράδοση κατασκεύασε την επτάχορδη λύρα, αν και τα ιστορικά ευρήματα δείχνουν ότι το όργανο προϋπήρχε.[15] Από τη Λέσβο καταγόταν και ο κιθαρωδός Αρίων, γνωστός από τη μυθική διήγηση της σωτηρίας του από ένα δελφίνι. Ο Αλκαίος και Σαπφώ ήταν σχεδόν συνομήλικοι και κατάγονταν από αριστοκρατικές οικογένειες του νησιού. Ο Αλκαίος ανέπτυξη πολιτική δράση και έζησε πολλά χρόνια εξόριστος. Σε αρκετά τραγούδια του ανέπτυξε πολιτικά θέματα που σχετίζονταν με τη δράση του σε μία πολιτική εταιρεία. Έγραψε όμως και ύμνους, ερωτικά τραγούδια, καθώς και συμποτικά άσματα.[16] Η Σαπφώ έγραψε κυρίως ερωτική ποίηση. Ο τρόπος με τον οποίο περιέγραψε τα συμπτώματα του ερωτικού πάθους άσκησε σημαντική επίδραση στην ερωτική ποίηση των επόμενων αιώνων.[17]

2.2.4.Το χορικό μέλος

Αν στις αιολικές περιοχές αναπτύχθηκε μονωδιακή ποίηση προσωπικού χαρακτήρα, από τη δωρική Σπάρτη ξεκίνησε το χορικό μέλος, τραγούδι που παρουσιαζόταν από μία ομάδα (χορό) με μουσική συνοδεία, και προοριζόταν για δημόσιες τελετές (γιορτές, τελετές, εορτασμούς). Αυτή η ανάπτυξη δικαιολογείται από τα δωρικά ήθη, που προέκριναν τον ομαδικό τρόπο ζωής και ευνοούσαν τη συλλογική έκφραση.[18] Οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι της λυρικής ποίησης που έδρασαν στη Σπάρτη κατάγονταν από άλλες περιοχές. Οι ποιητές, τους οποίους μετακαλούσαν οι Δωριείς, δεν ήταν δυνατό να χρησιμοποιήσουν τη γνήσια δωρική διάλεκτο. Γι' αυτό παρατηρούμε στα χορικά μέλη ιωνισμούς, αιολισμούς και άλλους γλωσσικούς τύπους.[εκκρεμεί παραπομπή] Από το έργο του Αλκμάνα, που καταγόταν από τις Σάρδεις αλλά έζησε στη Σπάρτη, σώζονται μόνο αποσπάσματα, τα μεγαλύτερα από τα οποία προέρχονται από ένα παρθένειο, άσμα που τραγουδούσαν νέες κοπέλες προς τιμήν μιας θεάς. Εκτός από τη Σπάρτη, η χορική ποίηση αναπτύχθηκε και στη Μεγάλη Ελλάδα, απ' όπου προέρχονται δύο σημαντικοί εκπρόσωποι, ο Στησίχορος και ο Ίβυκος. Ο Στησίχορος είναι γνωστός κυρίας για την Παλινῳδία, όπου εξιστορεί ότι η ωραία Ελένη δεν είχε ακολουθήσει τον Πάρη στην Τροία, ιστορία στην οποία βασίστηκε η Ελένη του Ευριπίδη.[19] Ο Ίβυκος ξεκίνησε με μυθολογικά θέματα, όπως ο Στησίχορος, αλλά όταν αργότερα πήγε στην αυλή του Πολυκράτη της Σάμου στράφηκε σε ερωτικά θέματα, στα οποία βασίστηκε η εικόνα της αρχαίας κριτικής για το έργο του.[20] Ο Σιμωνίδης ο Κείος φαίνεται ότι ήταν ο πρώτος που έγραε επινίκια άσματα για νικητές αθλητικών αγώνων.[21] Οι επίνικοι έφτασαν στην ακμή τους με το έργο του Πινδάρου. Εκτός όμως από τους αθλητικούς αγώνες ο Πίνδαρος ύμνησε και τις νίκες των Ελλήνων στους περσικούς πολέμους.[22] Ο τελευταίος σημαντικός λυρικός ήταν ο Βακχυλίδης, που συνέθεσε, όπως και ο Πίνδαρος, λατρευτικά τραγούδια (διθυράμβους, παιάνες, ύμνους), ερωτικά, επινίκους και εγκώμια.[23]

2.2.5.Άλλοι λυρικοί

Σημαντικός λυρικός ποιητής που έγραψε πολλά είδη τραγουδιών στην ιωνική διάλεκτο ήταν ο Ανακρέων, που ύμνησε πρωτίστως τον έρωτα και το κρασί, αλλά συνέθεσε επίσης ύμνους, θρήνους και σκωπτικά τραγούδια.[24] Από τον χώρο της ηπειρωτικής Ελλάδας προέρχονται κάποιες ποιήτριες που συνέθεσαν λυρικά τραγούδια. Η Κόριννα από την Τανάγρα, πιθανότατα σύγχρονη του Πινδάρου, έγραψε για τους θρύλους και τους μύθους της Βοιωτίας, όπως των πόλεμο των επτά Αργείων στρατηγών εναντίον της Θήβας. Συνέθεσε ακόμη και ένα τραγούδι που παρουσιάζει το μουσικό συναγωνισμό μεταξύ του Ελικώνα και του Κιθαιρώνα.[25] Ως δασκάλα της αναφέρεται η ποιήτρια Μυρτίδα. Από το Άργος καταγόταν η ποιήτρια Τελέσιλλα, από τη Σικυώνα ή Πράξιλλα, ενώ στην Τήλο έζησε η Ήριννα, χρονολογικά πολύ μεταγενέστερη (4ος αι. π.Χ.).


2.3.Η γένεση του δράματος

Στο δεύτερο μισό του 6ου αι. π.Χ. άρχισε να αναπτύσσεται στην Αθήνα η δραματική ποίηση. Για την
προέλευσή της είναι λίγες πληροφορίες γνωστές και οι αρχαίες πηγές συχνά δίνουν αντιφατικές πληροφορίες. Από συνδυασμό των παρατηρήσεων του Αριστοτέλη στην ποιητική του με τα ιστορικά δεδομένα, συμπεραίνουμε ότι τραγωδία και κωμωδία έχουν τις ρίζες τους σε λατρευτικές τελετές. Κατά τον Αριστοτέλη η τραγωδία προήλθε από τους εξάρχοντες του διθυράμβου αλλά και από τα σατυρικά άσματα. Αυτές οι πληροφορίες, αν και επιφανειακά αντιφατικές, αν συνδυαστούν με άλλες μαρτυρίες οδηγούν σε μια εύλογη υπόθεση. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Αρίων ήταν ο πρώτος που συνέθεσε διθυράμβους και το λεξικό της Σούδας αναφέρει τον Αρίωνα ως ευρετή του τραγικού τρόπου. Φαίνεται ότι αυτός ήταν ο πρώτος που ανέδειξε τον λατρευτικό προς τον Διόνυσο διθύραμβο σε καλλιτεχνικό είδος και το παρουσίασε με σατύρους. Επομένως η ονομασία τραγωδία προήλθε από τη σύνθεση των λέξεων τράγων ωδή, αφού οι σάτυροι εκλαμβάνονταν ως μορφές τράγων.[26]
Σύμφωνα με μαρτυρία του Πάριου μάρμαρου, ο Θέσπης ανέβασε πρώτος τραγωδία στην 61η Ολυμπιάδα (δηλαδή στο διάστημα 536-532 π.Χ.). Το λεξικό της Σούδας αναφέρει ότι ο Θέσπις πρώτος χρησιμοποίησε μάσκα, γεγονός που δεν ίσχύει γιατί το προσωπείο ήταν σε χρήση από παλιότερα. [27] Μετά τον Θέσπη, οι πρώτοι τραγικοί ποιητές για τους οποίους υπάρχουν μαρτυρίες είναι ο Φρύνιχος, γνωστός κυρίως γιατί εμπνεύστηκε από την άλωση της Μιλήτου το 494 π.Χ. για την τραγωδία του Μιλήτου άλωσις και τιμωρήθηκε επειδή θύμησε στους Αθηναίους «οικεία κακά», ο Χοιρίλος, για τον οποίο οι γνώσεις μας είναι ελάχιστες και από τα 160 δράματα που φέρεται να έγραψε γνωρίζουμε μόνο ένα, την Αλόπη, και ο Πρατίνας, γνωστός κυρίως για τη διαμόρφωση του σατυρικού δράματος.
Για την κατανόηση της ανάπτυξης του αρχαίου ελληνικού θεάτρου δεν πρέπει να παραβλέπεται η στενή σχέση του με τη θρησκευτική λατρεία και ο δημόσιος χαρακτήρας του. Οι παραστάσεις τραγωδιών και κωμωδιών («διδασκαλίες») γίνονταν αποκλειστικά στο πλαίσιο θρησκευτικών εορτών: στα Μεγάλα Διονύσια, τον μήνα Ελαφηβολιώνα (Μάρτιος-Απρίλιος) στα Λήναια, το μήνα Γαμηλιώνα (Ιανουάριος-Φεβρουάριος). Στα Μεγάλα Διονύσια οι δραματικοί αγώνες διαρκούσαν τρεις ημέρες και κάθε μέρα παρουσιαζόταν μία τετραλογία (τρεις τραγωδίες και ένα σατυρικό δράμα) και μία κωμωδία. Η χρηματοδότηση των παραστάσεων γινόταν εν μέρει από το κράτος και εν μέρει από εύπορους πολίτες (χορηγούς). Την εποχή του Περικλή καθιερώθηκε και οικονομική ενίσχυση για τους άπορους πολίτες που δεν μπορούσαν να διαθέσουν την αγορά εισιτηρίων.

2.4.Ο πεζός λόγος

Στην Ελλάδα αναπτύχθηκε πρώτα η ποίηση και ο πεζός λόγος στην έντεχνη μορφή του χρησιμοποιήθηκε αργότερα. Με εξαίρεση κείμενα χωρίς λογοτεχνική πρόθεση ή αξία (ιστορικές αναγραφές που περιείχαν καταλόγους αρχόντων, ιερέων και νικητών των ολυμπιακών αγώνων και «ρήτρες», δηλαδή καταγραφές συνθηκάνω και νόμων), στις αρχές της πεζογραφίας τοποθετούνται φιλοσοφικά και ιστοριογραφικά κείμενα. Η ανάπτυξη του πεζού λόγου, όπως και της ποίησης, ξεκίνησε από την Ιωνία. Εκτός από τα ιστοριογραφικά και φιλοσοφικα κείμενα, την ίδια περίοδο γράφτηκαν και θεολογικά κείμενα που σήμερα έχουν χαθεί, όπως το Περί θυσιών του Επιμενίδη και η Θεολογία του Φερεκύδη. Ακόμη, στον 6ο αι. τοποθετείται η ζωή του Αισώπου και οι αλληγορικές διδακτικές αφηγήσεις που είναι γνωστές ως μύθοι του Αισώπου.

2.4.1.Οι φυσικοί φιλόσοφοι

Στις πρωταρχές της φιλοσοφίας και των επιστημών βρίσκονται οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, γνωστοί και ως «φυσικοί φιλόσοφοι», αφού ασχολούνται με θέματα φυσικά και κοσμολογικά: ο Θαλής ο Μιλήσιος, ο Αναξίμανδρος, και ο Αναξιμένης, επίσης από τη Μίλητο, προσπάθησαν να καθορίσουν την αρχή των όντων και ασχολήθηκαν και με θέματα αστρονομικά, γεωγραφικά, μαθηματικά κ.α. Στη Σάμο γεννήθηκε ο Πυθαγόρας, αλλά έζησε στην Κάτω Ιταλία όπου συγκέντρωσε οπαδούς και ίδρυσε σχολή. Ο Ηράκλειτος από την Έφεσο συνέχισε τις οντολογικές αναζητήσεις των παλαιοτέρων αλλά διατύπωσε και τη θεωρία για τον λόγο ως κανονιστική αρχή που ρυθμίζει τις σχέσεις μεταξύ αντιθέτων δυνάμεων δημιουργώντας την παλίντονον αρμονίαν. Ο σύγχρονός του Παρμενίδης, από την Κάτω Ιταλία ασχολήθηκε με οντολογικά θέματα, αλλά προτίμησε την έμμετρη μορφή στη συγγραφή. Έμμετρη μορφή προτίμησε και ο Εμπεδοκλής από τη Σικελία.

2.4.2.Οι αρχές της ιστοριογραφίας

Οι πιο παλαιοί ιστοριογράφοι ονομάζονται «λογογράφοι». Η ονομασία αυτή δεν έχει σχέση με τους ρήτορες που συνέγραφαν λόγους, αλλά καθιερώθηκε για να διακρίνει τους συγγραφείς που έγραψαν σε πεζό λόγο από τους ποιητές. Οι ρίζες αυτού του είδους ιστοριογραφίας βρίσκονται στην καταγραφή ταξιδιωτικών και γεωγραφικών πληροφοριών (όπως ο «περίπλους» που έγραψε ο Σκύλαξ τον 6ο αι. για να περιγράψει το ταξίδι του από τον ποταμό Ινδό ώς τον Αραβικό κόλπο). Ο λόγος τους ήταν μίμηση του Ομήρου και του έπους και όπως γράφει ο Αριστοτέλης «φιλοσοφώτερον και σπουδαιότερον ποίησις ιστορίας εστίν». Συνεπώς οι λογογράφοι μιμούμενοι την επική ποίηση δε μεταχειρίζονταν μόνο την ιωνική διάλεκτο και πολλές εκφράσεις της επικής γλώσσας, αλλά απέβλεπαν κυρίως στα εξωτερικά φαινόμενα και δεν εξέταζαν τη συνάφεια των πραγμάτων και των γεγονότων με όλο που έδειχναν κάποια τάση προς τον ορθολογισμό. Καταγίνονταν κυρίως με την κτίση των πόλεων, τη γενεαλογία των βασιλευόντων γενών, τα αξιόλογα φυσικά φαινόμενα και τα έθιμα των διαφόρων λαών. Παράλληλα δεν ξεχώριζαν την ιστορία από τους μύθους και επειδή παρέβλεπαν την ιστορία του παρόντος καταγίνονταν με αυτή του σκοτεινού παρελθόντος. Τα έργα όμως αυτά εξαφανίστηκαν πρώιμα από τις τεχνικότερες και τις κριτικότερες συγγραφές των αττικών και αλεξανδρινών συγγραφέων και έτσι δε σώθηκε κανένα από αυτά. Ο παλαιότερος από τους Ίωνες λογογράφους είναι ο Κάδμος ο Μιλήσιος, που άκμασε κατά τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. Φέρεται ως συγγραφέας της Μιλήτου Κτίσεως. Ο νεότερός του Ακουσίλαος έγραψε γενεαλογίες. Άλλοι λογογράφοι υπήρξαν: ο Χάρων από τη Λάμψακο, ο Φερεκύδης από τη Λέρο, ο Ελλάνικος από τη Μυτιλήνη, ο Αντίοχος από τις Συρακούσες. Ο πιο γνωστός από τους λογογράφους υπήρξε ο Εκαταίος ο Μιλήσιος γνωστός από την κριτική του Ηροδότου. Ο Εκαταίος γεννήθηκε το 540 π.Χ. και πήρε μέρος στην ιωνική επανάσταση. Έγραψε γενεαλογίες και Γης περίοδον, δηλαδή περιήγηση της γης. Το τελευταίο αυτό έργο διαιρείται σε δύο μέρη, Ευρώπη και Ασία, και δεν είναι όπως τα έργα των άλλων λογογράφων, συλλογή διηγήσεων, τις περισσότερες φορές φανταστικών, αλλά πραγματική έρευνα (ιστορίας) στην οποία ο συγγραφέας εκθέτει τις προσωπικές του παρατηρήσεις.

3.Κλασική περίοδος

Στην κλασική εποχή κέντρο της πνευματικής ζωής καθίσταται η Αθήνα, όπου έζησαν και έδρασαν οι περισσότεροι συγγραφείς και στοχαστές.[28] Η δραματική ποίηση, που είχε πρωτοεμφανιστεί στο τέλος της προηγούμενης περιόδου, φτάνει στην ακμή της, που συμπορεύεται με την ακμή της αθηναϊκής δημοκρατίας, και φθίνει όταν αποδυναμώνεται το δημοκρατικό πολίτευμα.[29] Οι φιλοσοφικές αναζητήσεις συνεχίζονται και παίρνουν νέα κατεύθυνση με την εμφάνιση των σοφιστών, που επηρέασαν πολλούς τομείς των γραμμάτων και των τεχνών[30] και δίνεται ώθηση στην καλλιέργεια του πεζού λόγου με την ανάπτυξη της ιστοριογραφίας και την εμφάνιση της ρητορικής.

3.1.Η ακμή της τραγικής ποίησης

3.1.1.Αισχύλος, Σοφοκλής και Ευριπίδης

Ασφαλώς οι μεγαλύτερες μορφές της αττικής τραγωδίας υπήρξαν ο 'Αισχύλος, ο Σοφοκλής και ο Ευριπίδης. Και οι τρεις με το μεγαλόπνοο έργο τους συνέβαλαν στην ανάπτυξη του τραγικού δράματος στην Αθήνα και υπήρξαν οι κυριότεροι διαμορφωτές του. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει ο Αισχύλος, ο μέγιστος των τραγικών, που αναδεικνύεται πλάι στο δραματικό συγγραφέα και μεγάλος ποιητής, ώστε και σήμερα να μπορούμε άφοβα να τον συγκαταλέγουμε ανάμεσα στους περιφημότερους ποιητές της ανθρωπότητας. Ο Σοφοκλής πάλι ξεχωρίζει για το δραματικό βάθος των τραγωδιών του, την ανθρωπιά των ηρώων του και την προσήλωσή του στους μύθους της Αττικής. Τέλος ο Ευριπίδης διακρίνεται για τις τεχνικές και γενικότερες καινοτομίες, που εισήγαγε στο αρχαίο ελληνικό θέατρο. Ο Ευριπίδης επιχείρησε να εισδύσει στο βάθος της ψυχής του ανθρώπου και να την παραστήσει σε κατάσταση πάθους. Φέρνει δε συχνά τους ήρωές του σε εσωτερικές συγκρούσεις καθήκοντος και πάθους.

3.1.2.Οι άλλοι τραγικοί

Εκτός από τους τρεις μεγάλους τραγικούς, οι αλεξανδρινοί φιλόλογοι είχαν τοποθετήσει στον «κανόνα» των τραγικών συγγραφέων τον Ίωνα από τη Χίο και τον Αχαιό από την Ερέτρια. Ο πρώτος, σύμφωνα με το λεξικό της Σούδας, παρουσίασε την πρώτη του τραγωδία ανάμεσα στα χρόνια 452-499 π.Χ. Είχε πλούσιο συγγραφικό έργο και οι σύγχρονοί του θεωρούσαν τις τραγωδίες το σημαντικότερο τμήμα του έργου του. Για τον Αχαιό γνωρίζουμε μόνο ότι ήταν περίφημα τα σατυρικά δράματά του.[31] Γνωστός τραγωδός της κλασικής εποχής ήταν και ο Αγάθων, που άκμασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του Ευριπίδη και έχει μείνει γνωστός από τη διακωμώδησή του στα έργα του Αριστοφάνη, αλλά και επειδή το Συμπόσιο του Πλάτωνα διαδραματίζεται στον εορτασμό της πρώτης νίκης του στα Λήναια το 417.
Μετά το τέλος του πελοποννησιακού πολέμου οι δραματικοί αγώνες άλλαξαν. Οι τραγικοί ποιητές συμμετείχαν με δύο μόνο τραγωδίες και το σατυρικό δράμα έγινε αυτόνομο. Ακόμη, και στη μορφή της τραγωδίας παρατηρούνται αλλαγές: ο ρόλος των χορικών τμημάτων περιορίζεται και τα λυρικά τμήματα γίνονται εμβόλιμα τμήματα χωρίς σχέση με τη δράση, αντί για το περιεχόμενο και τις δραματικές συγκρούσεις δίνεται έμφαση στη ρητορική και το θέαμα υπερισχύει του λόγου.[32] Από τον 4ο αιώνα σώζονται λίγες πληροφορίες για συγγραφείς και τίτλους έργων.


3.2.Η αττική κωμωδία

Και οι ρίζες της κωμωδίας είναι επίσης άγνωστες. Κατά τον Αριστοτέλη η κωμωδία προήλθε από τα φαλλικά άσματα που σχετίζονταν με την λατρεία του Διονύσου και η ονομασία της προήλθε από τον κώμο, μια εύθυμη συντροφιά που έπαιρνε μέρος σε αυτές τις γιορτές. Για τις αρχαίες φαλλικές εορτές, που φαίνεται ότι διαξάγονταν σε πολλές περιοχές, υπάρχουν διάφορες μαρτυρίες, όπως του Σήμου από τη Δήλο, ελληνιστικού συγγραφέα που περιγράφει ομάδες φαλλοφόρων. Στην Αθήνα τέτοιες εκδηλώσεις γίνονταν στα Ανθεστήρια. Ακόμη, οι διάφορες επεισοδιακές σκηνές που διανθίζουν τις κωμωδίες, ενδέχεται να έχουν τις ρίζες τους σε διάφορα μιμητικά δρώμενα όπως των δεικηλικτών της Σπάρτης που αναπαρίσταναν σκηνές όπως η κλοπή φρούτων. Σύμφωνα με αρχαίες θεωρίες, η αθηναϊκή κωμωδία μπορεί να είχε τις ρίζες της στη μεγαρική φάρσα και ειδικότερα τον ποιητή Σουσαρίωνα. Μια άλλη πηγή μπορεί να είναι οι διονυσιακοί χοροί ανδρών μεταμφιεσμένων με παραφουσκωμένα κουστούμια σε κοιλαράδες. Τέλος, ο Αριστοτέλης συνέδεε την ανάπτυξη της κωμωδίας με τους Σικελούς ποιητές Επίχαρμο και Φόρμη.
Η κωμωδία άργησε να ενταχθεί σε επίσημα προγράμματα διαγωνισμών σε σχέση με την τραγωδία: ο πρώτος διαγωνισμός στα Μεγάλα Διονύσια έγινε το 486 π.Χ. με νικητή τον Χιωνίδη. Οι παλαιότεροι κωμικοί ποιητές της Αττικής μετά τους Περσικούς πολέμους ήταν ο Εκφαντίδης και ο Μάγνης, τον οποίο μνημονεύει ο Αριστοφάνης στους Ιππής. Αναφέρεται ότι ο Μάγνης νίκησε ένδεκα φορές και οι γνωστές σήμερα κωμωδίες του ονομάζονται Βαρβιτισταί, Βάτραχοι, Όρνιθες, Λυδοί και Ψήνες. Ο Κρατίνος ήταν επιτυχημένος κωμωδιογράφος. Ἐγραψε 21 κωμωδίες, από τις οποίες οι πιο γνωστές ήταν οι Αρχίλοχοι, οι Χείρωνες, οι Θράτται, οι Ευνείδαι, οι Οδυσσείς, οι Βουκόλοι και η Πυτίνη. Συχνός στόχος της σάτιράς του ήταν ο Περικλής. Νίκησε 6 φορές στα Διονύσια και 3 στα Λήναια. Ο Κράτης, που διατέλεσε υποκριτής του Κρατίνου, νίκησε για πρώτη φορά το 449. Κατά τον Αριστοτέλη πρώτος αυτός εγκατέλειψε την ιαμβική κοροϊδία και επιδίωξε να παρουσιάσει ένα συγκροτημένο σύνολο.[33] Η Σούδα αναφέρει δύο ποιητές κωμωδιών με το όνομα αυτό. Ο Φερεκράτης προχωρεί περισσότερο από τους προηγουμένους κωμωδιογράφους και παρουσιάζει αντί άτακτα σκώμματα έξυπνα πλεγμένες υποθέσεις. Γνωστές κωμωδίες του ήταν ο Δουλοδιδάσκαλος, η Κοριαννώ, οι Μυρμηκάνθρωποι, ο Χείρων. Έντονα πολιτικοποιημένες κωμωδίες έγραψαν οι ποιητές Έρμιππος και Πλάτων. Ο Έρμιππος δεν περιόρισε την κριτική του μόνο μέσω των έργων του, αλλά προκάλεσε και πολλές δίκες. Ο Πλάτων ήταν ο πρώτος που ονόμασε κωμωδίες του με τα ονόματα των πολιτικών που σχολίαζε (Υπέρβολος, Πείσανδρος, Κλεοφών). Σύγχρονος του Αριστοφάνη και σημαντικός αντίπαλός του ήταν ο Εύπολις, που ανέβασε έργο πρώτη φορά το 429 και νίκησε 7 φορές. Ο Στράττις (κατά το 420- 390 π.Χ.) έγραψε 16 κωμωδίες σύμφωνα με τη Σούδα. Κάποιες από αυτές φαίνεται ότι παρωδούσαν τραγικά θέματα (Μήδεια, Τρωίλος, Φοίνισσαι, Χρύσιππος. Στον Κινησία διακωμωδούσε τη σκελετική μορφή του ομώνυμου διθυραμβοποιού και στον Παυσανία ή Μακεδόνες αναφερόταν στη διαμονή του Αγάθωνα και του φίλου του Παυσανία στην αυλή του βασιλιά Αρχέλαου της Μακεδονίας. Ο Θεόπομπος (5- 4 αιώνας π.Χ.), στα όρια μεταξύ αρχαίας και μέσης κωμωδίας, κατά το λεξικό της Σούδας έγραψε 24 κατά δε τον Ανώνυμο (περί κωμωδίας) 17 κωμωδίες (Ειρήνη, Στρατιώτιδες, Ηδύχαρης, Άδμητος, Πηνελόπη, Μήδος κ.α.). Από αυτές η Ειρήνη είχε πολιτική υπόθεση, οι Στρατιώτιδες θυμίζουν τις Εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη και από τον Ηδυχάρη σώθηκε κάποιος υπαινιγμός στον Φαίδωνα του Πλάτωνα. Στην μεταβατική περίοδο προς τη μέση κωμωδία ήταν και ο ποιητής Εύβουλος, που κατά τη Σούδα έγραψε 100 έργα.

3.2.1.Αριστοφάνης

Ο χρόνος που γεννήθηκε ο μεγαλύτερος κωμικός ποιητής της αρχαιότητας δεν είναι γνωστός. Άλλοι τον τοποθετούν στο 453 π.Χ. άλλοι στο 452 π.Χ. και άλλοι στο 445 π.Χ. Τα πρώτα έργα του παραστάθηκαν με ονόματα άλλων σκηνοθετών: Έτσι το 427 π.Χ., ανέβασε τους Δαιταλής με το όνομα του Φιλωνίδη, το 426 π.Χ., τους Βαβυλωνίους και το 425 π.Χ. τους Αχαρνής με το όνομα του Καλλίστρατου. Και οι δυο αυτοί ηθοποιοί παράσταιναν πολλά χρόνια στα έργα του Αριστοφάνη, ο πρώτος τα πρόσωπα των δημοσίων αρχόντων κι ο δεύτερος ιδιωτών.
Πόσες κωμωδίες έγραψε ο Αριστοφάνης δεν ξέρουμε με σιγουριά. Άλλοι λένε 54, άλλοι 44 κι άλλοι 43. Ως εμάς σώθηκαν οι τίτλοι 37 έργων του. Απ' όλα αυτά έχουμε σήμερα έντεκα ολόκληρες κωμωδίες του. Στόχοι της κριτικής του ήταν οι πολιτικοί, σε μια περίοδο που η αθηναϊκή δημοκρατία ήταν εύθραυστη και ο δήμος ήταν αντικείμενο εκμετάλλευσης δημαγωγών, οι σοφιστές, ο Σωκράτης και ο Ευριπίδης. Αντιθέτως δεν έπληξε ποτέ τους φιλειρηνικούς αγρότες και την αριστοκρατική τάξη των ιππέων, την οποία θεωρούσε θεματοφύλακα της παλαιάς ηθικής τάξης.[34] Ο Κλέων, πολιτικός τον οποίο ο Αριστοφάνης καυτηρίασε έντονα, είχε απαγγείλει κάποια κατηγορία εναντίον του με αφορμή τους Βαβυλωνίους, αλλά δεν υπάρχουν περισσότερες πληροφορίες για την υπόθεση.

3.2.2.Η μέση κωμωδία

Κατά τον 4ο αι. παρατηρούνται αλλαγές στην κωμωδία και γι' αυτό το λόγο οι αρχαίοι κριτικοί είχαν ονομάσει την περίοδο μετά τον Αριστοφάνη έως τον Μένανδρο μέση κωμωδία (σε αντίθεση με την αρχαία που προηγήθηκε και τη νέα που ακολούθησε. Από τα πολλά ονόματα συγγραφέων έχουν ξεχωρίσει οι Άλεξις, Αναξανδρίδης και Αντιφάνης.[35] Από όσο μπορεί κανείς να υποθέσει, η μέση κωμωδία ήταν λιγότερο πολιτικοποιημένη, με λιγότερο τολμηρό λεξιλόγιο, ενώ από δραματικής πλευράς είχε καταργηθεί η παράβασις και ρόλος των χορικών ως προς την υπόθεση είχε περιοριστεί.

3.3Η υπόλοιπη ποίηση

Η ποίηση στην κλασική εποχή αναπτύχθηκε στη σκιά της τραγωδίας και οι ειδήσεις που έχουμε για τα άλλα ποιητικά είδη είναι λιγοστές.[36] Το είδος που γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη ήταν ο διθύραμβος, που παρουσιαζόταν στα Μεγάλα Διονύσια σε διαγωνισμό ανάμεσα στις 10 φυλές της Αθήνας. Για την ακρόαση των διθυράμβων ο Περικλής ανέγειρε κοντά στο παλιότερο θέατρο του Διονύσου, το Ωδείο, κυκλικό στεγασμένο οικοδόμημα. Εκεί γίνονταν οι μουσικοί αγώνες και ο νικητής διθυραμβοποιός έπαιρνε ως έπαθλο πολυτελέστατο τρίποδα. Ένα άλλο είδος που γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη ήταν το επίγραμμα, με το οποίο ασχολήθηκαν πολλοί μεγάλοι ποιητές, κυρίως για να τιμήσουν τους νεκρούς των περσικών πολέμων.

3.4.Ιστοριογραφία

Ο 5ος αι. είναι σημαντικός και για την γένεση της ιστοριογραφίας. Το έργο των Ιώνων λογογράφων είχε θέσει τις βάσεις την καταγραφή ιστορικών γεγονότων, αλλά το πρώτο βήμα προς την αναζήτηση των αιτιακών σχέσων που καθορίζουν τις ιστορικές εξελίξεις, το έκανε ο Ηρόδοτος (485-περ.420 π.Χ.), που χαρακτηρίστηκε από τον Κικέρωνα πατέρας της ιστορίας.[37] Οι Ιστορία του Ηροδότου έχει θέμα τους περσικούς πολέμους αλλά η εξιστόρηση ξεκινά από τα κατά τον Ηρόδοτο αίτιά τους, δηλαδή την προαιώνια έχθρα Ευρώπης και Ασίας που ξεκίνησε από αρπαγές γυναικών.[38] Ο συγγραφέας όμως δεν περιορίζεται στα ιστορικά γεγονότα: ακολουθώντας την παράδοση των λογογράφων, εμπλουτίζει το έργο του με πλούσιο γεωγραφικό και εθνολογικό υλικό για τους λαούς της ανατολικής Μεσογείου, που είχε συλλέξει στα πολυάριθμα ταξίδια του. Μία από τις κεντρικές ιδέες που διατρέχουν το έργο του είναι η άποψη ότι οι θεοί ρυθμίζουν την τύχη των ανθρώπων και τιμωρούν όσους διαπράττουν ὕβριν, δηλαδή συμπεριφέρονται χωρίς μέτρο και σεβασμό.[39] Ένα ακόμη σημαντικότερο βήμα προς την ανάπτυξη της ιστοριογραφίας γίνεται από τον Θουκυδίδη (περ. 460-407 π.Χ.), ιστορικό του πελοποννησιακού πολέμου. Διακρίνεται για το λιτό αλλά και πυκνό ύφος του, την αυστηρή και δίκαιη κρίση του, την τεκμηριωμένη αφήγησή του, την ορθολογική θεώρηση των πραγμάτων και των προσώπων και τη χρονολογική ακρίβεια.[40] Την ημιτελή εξιστόρηση του Πελοποννησιακού πολέμου που άφησε ο Θουκυδίδης ανέλαβε να συνεχίσει ο Ξενοφών (περ. 430-350 π.Χ.), στα Ελληνικά του. Συνέγραψε και ένα άλλο ιστορικό έργο, το Κύρου ανάβασις, που αφηγείται την εκστρατεία του Κύρου για να καταλάβει το θρόνο της Περσίας. Ο Ξενοφώντας άφησε και άλλα έργα, πολιτικά και φιλοσοφικά.
Άλλοι ιστορικοί του 4ου αι. ήταν ο Κτησίας, που ασχολήθηκε κυρίως με την περσική ιστορία, αφού είχε ζήσει πολλά χρόνια στην αυλή των Περσών βασιλέων ως γιατρός, ο Θεόπομπος ο Χίος, που συνέχισε το έργο του Θουκυδίδη εξιστορώντας μέχρι τη ναυμαχία της Κνίδου το 394 π.Χ. και εξιστόρησε επίσης τη βασιλεία του Φιλίππου Β΄ στα Φιλιππικά, ο Έφορος, που επιχείρησε να γράψει παγκόσμια ιστορία, ο Φίλιστος, που κατέγραψε την ιστορία των Συρακουσών. Από την ίδια εποχή έχουμε και το πρώτο σύγγραμμα περί πολεμικής τεχνικής, που έγραψε ο Αινείας ο τακτικός (τακτικόν υπόμνημα περί του πώς χρη πολιορκουμένους αντέχειν), του οποίου έχει σωθεί επιτομή, και ήταν τμήμα μεγαλύτερου έργου που επίσης δε σώζεται (περί των στρατηγικών υπομνήματα)αλλά μνημονεύεται από τον Πολύβιο. Γενικό χαρακτηριστικό της ιστοριογραφίας του 4ου αι. είναι η έντονη επίδραση της ρητορικής στο ύφος αλλά και η τάση για εντυπωσιασμό των αναγνωστών με θεατρική οργάνωση του υλικού.[41]

3.5.Η ανάπτυξη της ρητορικής

Ένα άλλο είδος του λόγου που οι βάση για την ανάπτυξή του τέθηκε τον 5ο αι. ήταν η ρητορική, δηλαδή η τέχνη του λόγου. Η ευγλωττία βεβαίως ήταν μία από τις αρετές του αριστοκρατικού ιδεώδους που διαφαίνεται ήδη στην Ιλιάδα, αλλά η ανάπτυξη του δημοκρατικού πολιτεύματος, με τη Βουλή και τα δικαστήρια όπου η πειθώ ήταν αναγκαία για όποιον επιδίωκε να ισχυροποιήσει τις απόψεις του, δημιούργησε τις συνθήκες για να αναπτυχθεί η ρητορική τέχνη.[42] Οι πρώτοι δάσκαλοι ρητορικής ήταν οι Συρακόσιοι Κόραξ και Τεισίας. Από αυτούς προήλθε και το πρώτο διδακτικό βιβλίο ρητορικής.[43] Στην Αθήνα η ρητορική έγινε γνωστή με τον Γοργία και βρήκε γόνιμο έδαφος για να αναπτυχθεί όχι μόνο εξαιτίας των αναγκών του πολιτεύματος, αλλά και επειδή συνδεόταν με τις πνευματικές αναζητήσεις της σοφιστικής.
Οι ρητορικοί λόγοι, ανάλογα με την περίσταση στην οποία εκφωνούνται, χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες, που έχουν καθιερωθεί από τον Αριστοτέλη: τους συμβουλευτικούς, δηλαδή τους λόγους που εκφωνούνται κυρίως στην εκκλησία του δήμου και έχουν κυρίως πολιτικό περιεχόμενο, τους δικανικούς, που προορίζονται για τα δικαστήρια (οι πολίτες συνήθως ανέθεταν σε «λογογράφους» τη σύνθεση των λόγων με τους οποίους διατύπωναν κατηγορίες ή υπερασπίζονταν τον εαυτό τους) και τους επιδεικτικούς, που εκφωνούνταν σε κοινωνικές εκδηλώσεις και τελετές (γιορτές, επιμνημόσυνες τελετές κ.α.). Μετά την εκφώνησή τους, οι λόγοι δημοσιεύονταν.
Από τους γραμματικούς και μάλιστα τους Περγαμηνούς συντάχτηκε πιθανότατα κατά το 125 π.Χ. ο κανόνας των δέκα αττικών ρητόρων, που ήταν οι παρακάτω: Αντιφών, Ανδοκίδης, Λυσίας, Ισοκράτης, Ισαίος, Αισχίνης, Δημοσθένης, Υπερείδης, Λυκούργος, Δείναρχος. Ο σημαντικότερος εκπρόσωπος της δικανικής ρητορικής ήταν ο Λυσίας,[44] που έγραψε λόγους για υποθέσεις πολλών ιδιωτών. Ο Ισοκράτης ήταν σημαντικός εκπρόσωπος του επιδεικτικού γένους (Πανηγυρικός, Παναθηναϊκός, Περί ειρήνης κ.α.), στους οποίους υποστήριξε την πανελλήνια ιδέα, δηλαδή μια πανελλήνια σύμπραξη για την αντιμετώπιση της περσικής απειλής, για την ηγεσία της οποίας θεωρούσε κατάλληλο τον Φίλιππο.[45] Ήταν σημαντικός

Αντιγραφή απο :

Επιμέλεια : Μιχαλάκης Πρόδρομος

www.pasp-filologikou.blogspot.com